Τα «θεµέλια» της δηµιουργικής γραφής. Δηµιουργικές αφηγήσεις νηπίων, µε ερέθισµα λογοτεχνικά κείµενα
(Η εισήγηση παρουσιάστηκε στο 3ο διεθνές συνέδριο Δημιουργικής Γραφής, που πραγματοποιήθηκε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, στην Κέρκυρα, 6-8 Οκτωβρίου 2017).
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ Η. ΚΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΝΑΝΟΥ (ΕΠΙΜ.)
ISBN: 978-618-81047-9-2
ΕΚΔ. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ» ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ,
σ.σ. 265-270.
https://cwconference.web.uowm.gr/archives/3rd_cw_conference_2017.pdf
Ελένη Α. Ηλία
Περίληψη
Στο πλαίσιο πρωτότυπων εκπαιδευτικών προγραµµάτων, που πραγµατοποιήθηκαν σε διάστηµα δεκαεπτά διδακτικών ετών σε τρία δηµόσια νηπιαγωγεία, οι µαθητές παράγουν αφηγηµατικά κείµενα, µε ερέθισµα ποικίλα λογοτεχνικά έργα, στους άξονες της δηµιουργικής µίµησης, της τροποποίησης ή της ανατροπής του λογοτεχνικού προτύπου. Μέσα από ποικίλες παιγνιώδεις δραστηριότητες, το σύνολο των µαθητών προβαίνουν σε οµαδικές ή ατοµικές αφηγήσεις, µε βάση τη διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης. Ο εκπαιδευτικός θέτει αρχικά στα νήπια γενικές ερωτήσεις και στη συνέχεια συµπληρωµατικές, διευκρινιστικές, σε σχέση µε τις προηγούµενες απαντήσεις που έχει λάβει, για τα δρώντα πρόσωπα, τον τόπο και το χρόνο δράσης κ ά. Οι απαντήσεις των νηπίων καταγράφονται από τον εκπαιδευτικό, µε παραδοσιακούς ή σύγχρονους τρόπους, ως ενιαίο κείµενο. Από τις ερωταποκρίσεις σταδιακά οδηγούµαστε στην αφήγηση των νηπίων, εφόσον οι ερωτήσεις του εκπαιδευτικού µειώνονται, στο βαθµό που οι αναφορές των νηπίων γίνονται πληρέστερες και σαφέστερες. Παρεµβάλλεται το στάδιο όπου τα νήπια επαναλαµβάνουν µεταξύ τους αυθόρµητα, ως ελεύθερη δραστηριότητα, τη διαδικασία των ερωταποκρίσεων µε επίκεντρο λογοτεχνικά έργα δικής τους επιλογής. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσµατα, δηλαδή τον παραγόµενο παιδικό λόγο, τα νήπια µέσα από την αυξανόµενη εµπειρία της συµµετοχή τους στα προγράµµατα, σκέπτονται αυτόµατα τις αντίστοιχες ερωτήσεις και πλέον αυτοκαθοδηγούµενα, αφηγούνται ενιαία πλήρη, πρωτότυπα κείµενα.
Λέξεις-κλειδιά: Δημιουργική σκέψη, λογοτεχνία, εκπαιδευτικά προγράμματα.
- Εισαγωγή
Σταθερή και συστηματική επιδίωξή μας σε διάστημα δεκαεπτά συνεχόμενων διδακτικών ετών σε τρία δημόσια νηπιαγωγεία, συνιστά η πραγματοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, στο πλαίσιο των οποίων οι μαθητές παράγουν πρωτότυπα αφηγηματικά κείμενα, με ερέθισμα ποικίλα λογοτεχνικά έργα. Χαρακτηρίζουμε τις εκπαιδευτικές διαδικασίες που έχουν οδηγήσει στην παραγωγή αρκετών εκατοντάδων αφηγήσεων νηπίων, «θεμέλια» της δημιουργικής γραφής και επιχειρούμε στη συνέχεια να επεξηγήσουμε τη θέση μας, καθώς ενδεχομένως μοιάζει οξύμωρο να κάνουμε λόγο για δημιουργική γραφή, αναφερόμενοι σε μαθητές νηπιακής ηλικίας που συνήθως δεν έχουν κατακτήσει τη δεξιότητα της γραφής γενικότερα.
Η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης συνιστά ασφαλώς το βασικότερο στόχο και ταυτόχρονα το κρισιμότερο στοίχημα της αγωγής στην εποχή μας από τη νηπιακή κιόλας ηλικία. Επιπλέον, η ανάγκη των νηπίων για συμμετοχή σε παιγνιώδη εκπαιδευτικά προγράμματα είναι ασφαλώς αναμφισβήτητη. Εφόσον το κυρίαρχο στοιχείο της παιδικής φύσης είναι η ανάγκη και η διάθεση για παιχνίδι (Χουιζίνγκα, 1989), με την παιγνιώδη ατμόσφαιρα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων επιδιώκεται η δημιουργική συμμετοχή σε αυτά του συνόλου των νηπίων της σχολικής τάξης.
Η επικέντρωση τέτοιων προγραμμάτων σε λογοτεχνικά κείμενα (Ποσλανιέκ, 1992), μεγιστοποιεί και βελτιστοποιεί τα αποτελέσματά τους. Το λογοτεχνικό πρότυπο συνιστά το δυνατότερο ερέθισμα της παιδικής –και όχι μόνο- φαντασίας. Εμπνέει, απογειώνει, απελευθερώνει δυνάμεις και ικανότητες (Ηλία, 2004, σ. 167).
- Στόχοι
- Η ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης συνιστά το βασικό στόχο.
- Η γλωσσική ανάπτυξη και ειδικότερα η καλλιέργεια της αφηγηματικής ικανότητας, μέσα από την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων και τη δημιουργία από τα παιδιά πρωτότυπων αφηγηματικών κειμένων.
- Η εξοικείωση με το λογοτεχνικό φαινόμενο.
- Η κατανόηση της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, της ιδιότητας του γραπτού λόγου να αναπαριστά τον προφορικό.
- H προώθηση της επαφής κι επικοινωνίας μεταξύ όλων των νηπίων, με συνέπεια τη δημιουργία ανάμεσά τους ισχυρών φιλικών δεσμών.
- Καθώς εξασφαλίζεται η ποικιλότροπη παρουσίαση των καθημερινών επιτευγμάτων των μαθητών στο πλαίσιο της διεξαγωγής των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, επιδιώκεται επίσης και επιτυγχάνεται το άνοιγμα του σχολείου στην ευρύτερη κοινωνία. Αυτό συμβάλλει στην επικοινωνία και την κατανόηση ανάμεσα στις διαφορετικές γενιές και προσφέρει σε όλους μας αισιοδοξία και ελπίδα.
- Αρχές της διδακτικής μας προσέγγισης
3.1. Ο δημιουργικός ρόλος του αναγνώστη
Προκειμένου να καταδειχθεί η αποτελεσματικότητα του συνδυασμού των εκπαιδευτικών προγραμμάτων με λογοτεχνικά έργα, ώστε οι μαθητές να παράγουν πρωτότυπο λόγο, ας αναλογιστούμε πόσο η ίδια η λογοτεχνική ανάγνωση είναι διαδικασία όπου εκδηλώνεται η δημιουργικότητα που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη (Κωτόπουλος, 2012), ότι καθώς ανταποκρινόμαστε στον αναγνωστικό μας ρόλο, γινόμαστε συνδημιουργοί του συγγραφέα (Iser 1990, σσ. 44-45). Ως αποτέλεσμα της εντατικής αντιληπτικής δραστηριότητας που επιτελούμε κατά την ανάγνωση, ανακαλύπτοντας τα λανθάνοντα νοήματα, δημιουργώντας προσδοκίες για την εξέλιξη της υπόθεσης, διαμορφώνοντας στάσεις απέναντι στα διάφορα λογοτεχνικά πρόσωπα κ.ο.κ., αποκομίζουμε την αίσθηση ότι εμπλεκόμαστε άμεσα στα αφηγηματικά δρώμενα. «Ταυτιζόμαστε» με τους ήρωες (Booth, 1987, σσ. 278-281, 378), ώστε βιώνουμε προσωπικά τις καταστάσεις αλλά και τα συναισθήματα που αποδίδονται στο κείμενο. Καθώς η επαφή μας με το λογοτεχνικό έργο έχει το χαρακτήρα του βιώματος, συντελεί στην αυτογνωσία μας.
Αξιοποιώντας τη Λογοτεχνία στην Εκπαίδευση, προκύπτει κατά συνέπεια αβίαστα η αισθητική απόλαυση, η συγκινησιακή φόρτιση που αισθανόμαστε, ως αποτέλεσμα της αναγνωστικής δημιουργικότητας. Επίσης προκύπτει πόσο πολύτιμη είναι η συσχέτιση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων ειδικότερα με τη λογοτεχνική διδασκαλία.
Στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων αξιοποιούμε την ανεξάντλητη φύση της Λογοτεχνίας, το γεγονός δηλαδή ότι η κάθε ατομική ανάγνωση είναι διαφορετική, μοναδική, πρωτότυπη, ανεπανάληπτη και αξίζει να εκφραστεί, ακριβώς επειδή απορρέει από την ιδιαιτερότητα, τη μοναδικότητα του κάθε αναγνώστη. Οι θεωρητικοί της ανταπόκρισης συνδέουν την ερμηνεία του κείμενου με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε συγκεκριμένου αναγνώστη (Τζιόβας, 1987, σσ. 236, 239) . Ο Alter αναφέρει σχετικά ότι ο φανταστικός κόσμος κρύβει πολλαπλά νοήματα κι ότι το ενδιαφέρον που παρουσιάζει οποιοσδήποτε κλασικός ή νεότερος συγγραφέας έγκειται ακριβώς στο ότι το έργο του μπορεί να εμπνεύσει διάφορες ερμηνείες (Alter, 1985, σ. 72) . Αντίστοιχα, ο Riffaterre θεωρεί ότι η ερμηνεία κάθε λογοτεχνικού κειμένου δεν πρέπει να επιδιώκει να διαλύσει την αμφιλογία, η οποία είναι χαρακτηριστικό της λογοτεχνικής γραφής, καθώς όλες οι λέξεις είναι πολυσημικές (Riffaterre, 1985, σ. 145) . Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η φυσική εξέλιξη τόσο της λογοτεχνικής ανάγνωσης όσο συνακόλουθα και της λογοτεχνικής διδασκαλίας στο πλαίσιο των εμψυχωτικών, εκπαιδευτικών προγραμμάτων, είναι η δημιουργική αναδιήγηση του λογοτεχνικού προτύπου.
3.2. Η δημιουργική σκέψη των νηπίων
Πέρα από τη φύση του λογοτεχνικού έργου, που ουσιαστικά υπαγορεύει, απαιτεί τη δημιουργικότητα κατά την έκφραση της αναγνωστικής ανταπόκρισης, στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η ποιότητα της δημιουργικής σκέψης των νηπίων ειδικότερα. Σε σχετική έρευνα που πραγματοποιήσαμε με μαθητές Νηπιαγωγείου και Α΄, Β΄ και Γ΄ Δημοτικού, δεν συναντήσαμε ποτέ δύο έστω κείμενα νηπίων παρόμοια μεταξύ τους, αναφορικά με το ίδιο λογοτεχνικό έργο, αν και αυτό το φαινόμενο των συγκλίσεων παρατηρήθηκε αρκετά συχνά με τα κείμενα των μεγαλύτερων μαθητών. Το συμπέρασμα ότι η φαντασία των νηπίων γίνεται ανεξάντλητη όταν μάλιστα τροφοδοτείται από λογοτεχνικά κείμενα, όπως αποτυπώθηκε στη σχετική έρευνα (Ηλία, 2006, σσ. 20-25), συνιστά ασφαλώς εξαιρετικά ισχυρό κίνητρο, για τη συστηματική αξιοποίησή της, με την εμπλοκή των νηπίων σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν δημιουργικές αφηγήσεις τους.
- Μεθόδευση
4.1. Η έκφραση του αναγνωστικού βιώματος
Η εξασφάλιση του αναγνωστικού δικαιώματος των μαθητών να εκφράζουν ελεύθερα την ανταπόκρισή τους στα κείμενα, επιτρέπει τη δημιουργική αναδιήγηση του λογοτεχνικού προτύπου, που μπορεί να έχει τη μορφή είτε της δημιουργικής μίμησής του είτε της τροποποίησης είτε της ανατροπής του (Ματσαγγούρας, 2001, σσ. 215, 220-222) .
Στο ερώτημα πώς συνδέουμε τη δημιουργική αναδιήγηση, στην οποία έως εδώ αναφερθήκαμε, με τη δημιουργική γραφή, ας εστιάσουμε καταρχάς στον τρόπο παραγωγής των αφηγηματικών κειμένων των νηπίων. Με την επίδραση του «μαγικού» στοιχείου που τα εκπαιδευτικά προγράμματα προσφέρουν, και τη συμβολή της φαντασίας που εξασφαλίζουν, τα νήπια εισχωρούν στον κόσμο της λογοτεχνικής ιστορίας και μεταμορφώνονται, υποδύονται δηλαδή τους λογοτεχνικούς ήρωες.
4.2. Από τις ερωταποκρίσεις στην αφήγηση
Η αναδημιουργία του λογοτεχνικού προτύπου ξεκινά από ερωταποκρίσεις, για να καταλήξει σε ενιαία αφήγηση. Αναλυτικότερα, ο εκπαιδευτικός θέτει αρχικά στα νήπια γενικές ερωτήσεις και στη συνέχεια συμπληρωματικές, διευκρινιστικές, σε σχέση με τις προηγούμενες απαντήσεις που έχει λάβει, για τα δρώντα πρόσωπα, τον τόπο και το χρόνο δράσης κ ά.
Τα νήπια, σύμφωνα με το εκάστοτε εκπαιδευτικό πρόγραμμα, παράγουν τα αφηγηματικά κείμενά τους αναφορικά με το λογοτεχνικό πρότυπο, είτε ατομικά είτε σε υποομάδες είτε ως ενιαίο σύνολο (Huck κ. ά., 1979), με βάση τη διδακτική αρχή της «φθίνουσας καθοδήγησης» (Ματσαγγούρας, 2001, σσ. 180-182, 199-203). Αποκρίνονται σε ερωτήσεις του δασκάλου (Pascucci και Rossi, 2002), οι οποίες διαρκώς μειώνονται, στο βαθμό που οι δικές τους απαντήσεις γίνονται πληρέστερες.
4.3. Η καταγραφή και η αξιοποίηση των παιδικών αφηγήσεων
Οι απαντήσεις των νηπίων καταγράφονται από τον εκπαιδευτικό, με παραδοσιακούς ή σύγχρονους τρόπους (κυρίως γραφή σε χαρτί και γραφή σε υπολογιστή) , ως ενιαίο κείμενο σε κάθε περίπτωση. Κατά τον ίδιο τρόπο, με τη μορφή δηλαδή ενιαίου κειμένου, διαβάζονται αμέσως μετά από τον εκπαιδευτικό, ώστε τα νήπια να έχουν τη δυνατότητα και την ευκαιρία να επαληθεύσουν την πιστότητα και την ακρίβεια των λεγομένων τους. Η συνεργασία του νηπίου με τον εκπαιδευτικό οδηγεί λοιπόν στην παραγωγή των κειμένων των νηπίων, που δεν είναι ακόμη συνήθως σε θέση να γράφουν.
Η καταγραφή των παιδικών κειμένων, γίνεται για ποικιλότροπη αξιοποίηση. Η αξιοποίηση μπορεί να έχει τη μορφή θεατρικής απόδοσης και έντυπης ή ηλεκτρονικής δημοσίευσης. Συνιστά μία ακόμη προϋπόθεση που θα προσφέρει στους μαθητές επιπλέον «κίνητρο», για να εκφράζονται ελεύθερα κατά τη συμμετοχή τους στα σχετικά προγράμματα (Ηλία και Ματσαγγούρας, 2006, σσ. 312-313).
4.4. Η δημιουργική αφήγηση/γραφή ως ελεύθερη δραστηριότητα
Παρεμβάλλεται το στάδιο όπου τα νήπια επαναλαμβάνουν μεταξύ τους αυθόρμητα, ως ελεύθερη δραστηριότητα, τη διαδικασία των ερωταποκρίσεων. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα μετατρέπεται σε αυτήν την περίπτωση σε μιμητικό παιχνίδι, όπου το ένα νήπιο υποδύεται τον εκπαιδευτικό και τα άλλα τους μαθητές και φυσικά οι ρόλοι τους εναλλάσσονται. Παρακολουθώντας αυτό το ελεύθερο παιχνίδι των νηπίων, διαπιστώνουμε ασφαλώς σε πόσο μεγάλο βαθμό έχουν αφομοιώσει τις ερωτήσεις που συνηθίζει να απευθύνει ο εκπαιδευτικός, προκειμένου να συνεχίσουν και να ολοκληρώσουν τις αφηγήσεις τους. Έτσι προφανώς εξηγείται που οι ερωτήσεις του εκπαιδευτικού σταδιακά περιορίζονται, καθώς η αφήγηση των νηπίων αναφέρεται στα πρόσωπα, στις μεταξύ τους σχέσεις, στα συναισθήματά τους, στον τόπο και το χρόνο της δράσης κ. ο. κ., σε όσα δηλαδή στοιχεία θα ζητούσε ο εκπαιδευτικός στις ερωτήσεις του.
Μάλιστα, το νήπιο που ρωτά, μιμείται και τη διαδικασία της καταγραφής των αφηγήσεων, αποδεικνύοντας τη σπουδαιότητα που προσδίδεται από τα ίδια τα νήπια στην καταγραφή των σκέψεών τους. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι αυτή η ελεύθερη δραστηριότητα δεν διαδραματίζεται μόνο με επίκεντρο το λογοτεχνικό έργο του εκπαιδευτικού προγράμματος αλλά και με διάφορα άλλα λογοτεχνικά έργα, που επιλέγουν τα ίδια τα νήπια. Έτσι οι μαθητές έχουν επιπλέον την ευκαιρία να εκφράσουν στους συμμαθητές τους τις λογοτεχνικές προτιμήσεις τους για διάφορα λογοτεχνικά βιβλία, να ανταλλάξουν, να μοιραστούν τις διαφορετικές προσωπικές αναγνωστικές εμπειρίες τους.
- Αποτελέσματα
5.1. Διδακτικό υλικό: Η «Αιολική Γη»
Θα αναφερθούμε εδώ ενδεικτικά σε ένα απόσπασμα από το έργο του Ηλία Βενέζη, Αιολική Γη, όπου μέσα από τις αφηγηματικές τεχνικές της αναδρομής και του εγκιβωτισμού, περιγράφεται η μορφή της Γοργόνας: «Ήταν μια φοβερή ώρα του Αιγαίου…τραβηχτήκαν κατά τα δυτικά» (εκδ. Εστία, 2009, σσ. 119 – 121). Στο κείμενο ένα από τα δευτερεύοντα πρόσωπα της ιστορίας που συνομιλούν με θέμα τα φαντάσματα, αναφέρεται στην εμφάνιση της Γοργόνας, που περιγράφεται με γυναικείο πρόσωπο και σώμα, το οποίο καταλήγει σε ουρά ψαριού.
Το πλάσμα αυτό συνδυάστηκε στην αντίληψη του ήρωα με την εμπειρία μιας φοβερής καταιγίδας και τρικυμίας, που βίωσε όταν ήταν δεκάχρονο αγόρι, οπότε έκανε το πρώτο θαλασσινό ταξίδι του μαζί με τον πατέρα του. Όταν ακούστηκε η φωνή του πατέρα του, καπετάνιου του σκάφους, να διαβεβαιώνει ότι ζει ο Μεγαλέξανδρος, η Γοργόνα βυθίστηκε στη θάλασσα, που γαλήνεψε ενώ ταυτόχρονα καθάρισε και ο ουρανός.
5.2. Τα παιδικά κείμενα
Σε σύνολο είκοσι τριών κειμένων, διαπιστώσαμε ως προς τη στάση της Γοργόνας απέναντι στους ανθρώπους, ότι κατά την άποψη των νηπίων, είναι κυρίως θετική. Σε πολλές από τις αφηγήσεις τους εκείνη εμφανίζεται στα καράβια που ταξιδεύουν, μόνο και μόνο επιδιώκοντας την επαφή με τους ανθρώπους. Ενδιαφέρεται να αντιγράψει τις ανθρώπινες συμπεριφορές και να υιοθετήσει στοιχεία του ανθρώπινου τρόπου ζωής. Σε μια μερίδα παιδικών αφηγήσεων η μορφή της Γοργόνας απουσιάζει εντελώς, καθώς τα νήπια επικεντρώνονται απλώς σε θαλασσινά ταξίδια και περιπέτειες. Ακολουθούν ενδεικτικά τρία αυτούσια κείμενα.
α) Ο ουρανός γέμισε σύννεφα κι άρχισε να βρέχει. Μετά έκανε καταιγίδα και στη θάλασσα σηκώθηκαν κύματα. Ένα παιδάκι τα έβλεπε από το παράθυρό του και φοβόταν. Στο σπίτι ήταν μόνο του. Ο μπαμπάς του ήταν καπετάνιος σ’ ένα μικρό καράβι και ταξίδευε. Η μαμά του έλειπε στη δουλειά της. Όταν ο μπαμπάς γύρισε, τους είπε ότι την ώρα της φουρτούνας είδε μια πράσινη ουρά ψαριού. Από το χρώμα της νομίζει πως ήταν Γοργόνα. Η ουρά χάθηκε στο κύμα πριν προλάβουν να δουν το πρόσωπο και το σώμα της. Το κύμα δεν την άφησε να πάει πιο κοντά τους και να τους μιλήσει. Το παιδάκι από τότε φοβόταν τη θάλασσα και έκανε πια μπάνιο μόνο σε πισίνα.
β) Η Γοργόνα έχει βγει στο νησί. Έβγαλε την ουρά της και περπατάει κανονικά. Έχει πάει στη γιαγιά της, που ζει εκεί. Κάποτε η Γοργόνα ήταν κοριτσάκι. Βρήκε σ’ ένα συρτάρι μια ζώνη, που ήταν κόκκινη και της άρεσε. Την φόρεσε, πάτησε την εγγράφα της ζώνης και μεταμορφώθηκε σε Γοργόνα. Όμως τότε δεν το κατάλαβε. Φώναξε τη γιαγιά της για να της δείξει τη ζώνη κι εκείνη της είπε μόνο «ωραία ζώνη». Μόλις όμως το κοριτσάκι μπήκε στη θάλασσα για να κολυμπήσει, είδε πως είχε γίνει Γοργόνα. Ταξίδεψε μακριά, έφτασε στο βυθό κι είδε ένα βυθισμένο καράβι, που είχε σπάσει στα βράχια. Όταν γύρισε στο σπίτι, η γιαγιά της τη ρώτησε «Πού ήσουνα; Πείνασες καθόλου;» Κάποια φορά μπήκαν μαζί στη θάλασσα για μπάνιο και τότε κατάλαβε η καθεμιά πως και η άλλη ήταν Γοργόνα. Τη ζώνη αυτή την είχε φορέσει παλιότερα και η γιαγιά χωρίς να ξέρει τίποτα το κοριτσάκι. Στο πρώτο ταξίδι που έκαναν μαζί, πήγαν στο ναυάγιο.
γ) Μια ηλιόλουστη χειμωνιάτικη μέρα ταξιδεύουν δυο αδερφάκια και ο μπαμπάς τους με το καράβι τους. Ξαφνικά σηκώνονται κύματα σαν γιγάντια βουνά. Τότε τα δυο παιδάκια βλέπουν στο πλάι του καραβιού μια καφέ ουρά ψαριού. Το κοριτσάκι λέει «μήπως είναι κάποιο σπάνιο ψάρι;» Ύστερα το καράβι πέφτει πάνω σ’ αυτήν την ουρά. Ο μπαμπάς τους εξηγεί πως είναι μια γοργόνα. Έχει μακριά μαύρα μαλλιά και στην ουρά της μικρές κίτρινες βουλίτσες. Τα μάτια της είναι μπλε. Η γοργόνα πριν ξαναβουτήξει στη θάλασσα, προλαβαίνει να δει τον καπετάνιο και να τον ερωτευτεί. Θέλει να γίνει άνθρωπος, για να μείνει κοντά του. Βρίσκει ένα σπάνιο κοράλλι, το τρίβει και φτιάχνει με αυτό ένα μαγικό φίλτρο. Το πίνει και μεταμορφώνεται σε κανονική γυναίκα. Βγαίνει στην παραλία, ψάχνει σ’ όλα τα σπίτια και βρίσκει τον καπετάνιο της στο τελευταίο. Εκείνος την αναγνωρίζει αμέσως από μια λεπτομέρεια, έχει παπούτσια με κίτρινες βουλίτσες. Γίνεται γυναίκα του καπετάνιου, γιατί τη μαμά των παιδιών την είχε αρπάξει ένα γιγάντιο ψάρι, κάποτε που είχε πάει να κολυμπήσει.
6. Συμπεράσματα
Στο πλαίσιο της διαδικασίας που παρουσιάσαμε, οι μαθητές-αναγνώστες διατυπώνουν ελεύθερα την ταύτισή τους με συγκεκριμένα αφηγηματικά πρόσωπα, ξαναζούν την αφηγηματική σκηνή που τους έχει συναρπάσει και διαμορφώνουν την εξέλιξη της δράσης σύμφωνα με τις προσωπικές τους εμπειρίες και επιθυμίες. Έτσι επιτυγχάνεται παράλληλα με την αυτογνωσία και η επαφή, η ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ όλων των νηπίων.
Γράφουμε για να επικοινωνήσουμε, για να γνωστοποιήσουμε τις σκέψεις μας. Οι μαθητές παίρνουν μέρος στα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα, επειδή απολαμβάνουν τη συμμετοχή τους και αντιλαμβάνονται τη δυνατότητα για ευρεία και ουσιαστική επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους, που τους παρέχει η γραφή.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα που ενδεικτικά παραθέσαμε, δηλαδή τον παραγόμενο παιδικό λόγο, τα νήπια μέσα από την αυξανόμενη εμπειρία της συμμετοχής τους στα προγράμματα, σκέπτονται αβίαστα, αυτόματα τις αντίστοιχες ερωτήσεις και πλέον αυτοκαθοδηγούμενα, αφηγούνται ενιαία, πλήρη, πρωτότυπα κείμενα. Συνεπώς, κατακτώντας σταδιακά στο μέλλον τη δεξιότητα της γραφής, θα λειτουργούν αυτόνομα, παράγοντας αφηγηματικά κείμενα με συνεκτικά νοήματα.
Bβιβλιογραφικές αναφορές
Alter, J. (1985). Προς τι η διδασκαλία της λογοτεχνίας; Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας (Ι.Ν. Βασιλαράκης, μτφρ.) Αθήνα: Επικαιρότητα, σσ. 63-74.
Booth, W.C. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.
Ηλία, Ε.Α. και Ματσαγγούρας Η. Γ. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σσ. 307-317.
Ηλία, Ε. Α. (2004). «Η ανάγνωση-διδασκαλία της Λογοτεχνίας ως παιχνίδι φαντασίας και έκφραση της προσωπικότητας», Διαδρομές, τ. 15, σσ. 167-178.
Ηλία, Ε. Α. (2006). Η δημιουργική αφήγηση/γραφή με ερέθισμα λογοτεχνικά κείμενα. Μια εξελικτική προσέγγιση», Διαδρομές, τ. 82, σσ. 20-25.
Huck, C., Hepler, S. και Hickman, J. (1979). Children’s Literature in the Elementary School: Holt Rinehart And Winston.
Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.
Κωτόπουλος, Τ. (2012, Ιούλιος). Η «νομιμοποίηση» της δημιουργικής γραφής, ΚΕΙΜΕΝΑ 15, http://keimena.ece.uth.gr
Ματσαγγούρας, Η. Γ. (2001). Η Σχολική Τάξη, τ. Β΄ : Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Αθήνα.
Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). ΄Oχι μόνο γραφέας, Γέφυρες, τ. 6, σσ. 16-23.
Riffaterre, Μ. (1985). Η εξήγηση των λογοτεχνικών φαινομένων. Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας (Ι. Ν. Βασιλαράκης, μτφρ). Αθήνα: Επικαιρότητα, σσ. 135-164.
Ποσλανιέκ, Κ. (1992). Να δώσουμε στα παιδιά την όρεξη για διάβασμα (Στ. Αθήνη, μτφρ.) Αθήνα: Καστανιώτης.
Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση
Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι (Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος, μτφρ.) Αθήνα: Γνώση