Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΟ  «ΝΟΥΜΕΡΟ  31328»  ΚΑΙ ΣΤΗ «ΓΑΛΗΝΗ» ΤΟΥ   Η.   ΒΕΝΕΖΗ (Άρθρο στο περιοδικό ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ)

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΟ  «ΝΟΥΜΕΡΟ  31328»  ΚΑΙ ΣΤΗ «ΓΑΛΗΝΗ» ΤΟΥ   Η.   ΒΕΝΕΖΗ

ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, τ. ΛΔ΄, 1992

ISSN: 0048-301X

http://grissh.gr/article/54099b0dd36a364d620001cb

 

ΕΛΕΝΗΣ  Α. ΗΛΙΑ

 

Στη μελέτη θα μας απασχολήσει το πόσο οι ήρωες των έργων του Βενέζη «Το Νούμερο 31328» και «Γαλήνη»1 ξεπερνούν το ιστορικό πλαίσιο τής εποχής τους, συνιστώντας σύμβολα οικουμενικά και διαχρονικά της ανθρώπινης ύπαρξης, ικανά να ανταποκρίνονται στον υπαρξιακό προβλη­ματισμό του σύγχρονου αναγνώστη. Μετά την παράθεση απόψεων γνωστών μελετητών του Βενεζικού έργου, θα επιχειρήσουμε μια απάντηση στο ερώ­τημα μέσα από τη σκιαγράφηση των προσώπων των δύο έργων του Βενέζη2, όπως προκύπτει από τη μελέτη των διαλόγων τους και των σημείων τής αφή­γησης, πού αφορούν στις πράξεις, τίς σκέψεις και στα συναισθήματα τους.

Ό Γ. Χατζίνης παρατηρεί πώς οι Βενεζικοί ήρωες έχουν το χαρακτή­ρα «συμβόλου»3. Πιο συγκεκριμένα, για το πλήθος των προσφύγων στη «Γα­λήνη» σημειώνει πώς συμβολίζουν την αντίσταση στο θάνατο4, ενώ ξεχω­ρίζει την ΄Αννα ως σύμβολο ψυχικής αγνότητας, τον Βένη ως «χιμαιροκυνηγό», που παραμένει πεισματικά αγνός απέναντι στη σκληρότητα τής πρα­γματικότητας, και την Ειρήνη ως τραγική ύπαρξη, πικραμένη από τη διά­ψευση του παιδικού της ονείρου5. Ό Π. Χάρης γράφει πως ο Βενέζης παρα­κολουθεί τους ξεριζωμένους Φωκιανούς, για να δει πώς ό άνθρωπος ξανα­χτίζει τη ζωή του από την αρχή6, τονίζοντας έτσι ότι από το συγκεκριμένο ιστορικό περιστατικό στρέφεται η προσοχή μας σε μια παρατήρηση, πού

  1. Ή δράση τών ηρώων τών δύο έργων βρίσκεται σε άμεση συσχέτιση μέ τό ιστο­ρικό γεγονός τής Μικρασιατικής καταστροφής.
  2. Μελετάμε τά έργα στην τελική τους μορφή: τό «Νούμερο», όπως τό επεξεργάστη­κε ό συγγραφέας τό 1931, γιά νά τυπωθεί σέ βιβλίο, καΐτή «Γαλήνη», όπως διαμορφώ­θηκε μέ τίς τελευταίες επεμβάσεις, πού επεχείρησε στό αρχικό κείμενο ό συγγραφέας, γιά τήν έκτη έκδοση.
  3. Γ. Χατζίνη, Ελληνικά κείμενα, εκδ. 3η, έκδ. Π. Οικονόμου, ‘Αθήνα, σ. 126.
  4. Ο.π., σ.
  5. Ο.π., α.
  6. Π. Χάρη, «’Ηλίας Βενέζης», Νέα Εστία, τόμ. 96 (Χριστούγεννα 1974), σ. 36.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

αφορά, γενικότερα, στην ανθρώπινη φύση. «Πλάσματα ποιητικά» εϊναι κατά τόν Α. Καραντώνη τά πρόσωπα της «Γαλήνης», πού ζουν μέ τό λυρισμό μιας έμμονης ιδέας7, ένώ ό Τ. ‘Αθανασιάδης θεωρεί τους ανθρώπους της ‘Αναβύσσου «άπλες ψυχές», πού μέ αισιόδοξη μαχητικότητα απαντούν σέ κάθε πρόκληση, μένοντας όμως υποταγμένοι στο «μοιραίο»8. Ειδικά γιά τόν Βένη τονίζει τήν «αίθρια φύση» του, τήν ικανότητα του νά είναι αυτάρκης μέσα στον κόσμο της φαντασίας, δπου ζεϊ, σέ αντίθεση μέ τήν Ειρήνη, πού τήν κατατάσσει στον τύπο της «ιψενικά ανικανοποίητης»9. Τόν ‘Αντρέα ό ‘Αθανασιάδης τόν βλέπει ώς άνθρωπο πού ζει τό πρόβλημα της προσαρμογής σάν ψυχική και σάν κοινωνική μονάδα, γεμάτος πόνο και χωρίς καμιά δι­καίωση10. Γιά τόν Γλάρο τονίζει τή δημιουργικότητα και μαχητικότητα του”. ‘Αξίζει επίσης νά σημειώσουμε τόν όρο «βιβλικά πορτραίτα» πού ό ‘Αθανασιάδης χρησιμοποιεί αναφερόμενος στά δευτερεύοντα πρόσωπα της «Γαλήνης»12, γιά νά καταλήξει πώς τό «πολύμορφο πρόβλημα της μονα­ξιάς», συνειδητής ή άσύνειδης, εΐναι δ,τι δυναστεύει δλους τους ήρωες του έργου13. Τέλος, ό Κ. Τσιρόπουλος εντοπίζει τό στίγμα των προσώπων της «Γαλήνης» στην έξαρση των ατομικών τους παθών, σημάδι της διαλυτικής εποχής τους14.

“Οσο γιά τους ήρωες τοϋ «Νούμερου», παρατηρείται πώς συνιστούν «πρόσωπα Ικανά νά κινήσουν τήν συμπάθεια μας, νά βάλουν σέ ενέργεια τήν σκέψη μας»15, καθώς τό έργο είναι γεμάτο από τήν παρουσία τους16. Μέ τήν παρατήρηση δτι τά πρόσωπα τοϋ «Νούμερου» θά έπρεπε νά χαρακτη­ριστούν «μάρτυρες»—δρο πού εισηγείται καί ό Παπανούτσος17—αντί γιά «ήρωες», άφοΰ διατηρούν τήν υπεροχή τους απέναντι στην κτηνωδία τοϋ μοιραίου, μέσα άπό τόν σαρκασμό καί τήν τραγική ειρωνεία πού μόνα φα­νερώνουν εδώ τή «θεία» ουσία τοϋ ανθρώπου, προσεγγίζει τό έργο ό Α. Τερ-

  1. Α. Καραντώνη, Πεζογράφοι και πεζογραφήματα της γενιάς τοϋ ’30, έκδ. Παπα-δήμα, ‘Αθήνα, 21977, σ. 135.
  2. Τ. ‘Αθανασιάδη, ‘Αναγνωρίσεις, έκδ. Alvin Redman, ‘Αθήνα, 1965, σ. 242.
  3. Ο.τι., σ.

 

  1. Ο.π, σσ. 246-247.
  2. Ο.π.,σ.
  3. Ο.τι., σ. 249.
  4. Ο.π., σ. 250.
  5. Κ. Ε. Τσιρόπουλου, Ό ‘Ηλίας Βενέζης εθνικός συγγραφέας, Τετράδια  Ευθύνης 0. Μνήμη τον Ηλία Βενέζη, ‘Αθήνα, 1978, σ. 47.
  6. Π. Χάρη, ο.π., σ. 35.
  7. Α. Καραντώνη, ο.π., σ. 133.
  8. Ε. Π. Παπανούτσου, «Ό Αΐγαιοπελαγίτης», Νέα ‘Εστία,  ο.π., σ. 2.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ζάκης18. Ό Τ. Παπατσώνης, τέλος, επικεντρώνει τό ενδιαφέρον της ανάγνω­σης του στην αντίδραση της ψυχής τών ηρώων, δπου αντανακλώνται μυστι­κά οί συμφορές, καϊ διακρίνει τήν κυριαρχία τής αυτοσυντήρησης και του συμφέροντος19, ενώ ό ‘Αθανασιάδης στέκεται στις διακυμάνσεις τών συναι­σθημάτων του ήρωα – αφηγητή Ηλία —άπό τήν αγανάκτηση και τό σαρ­κασμό ως τήν απόλυτη υποταγή καί αύτοεγκατάλειψη20.

Ή άποψη στην όποια όλα ως εδώ συγκλίνουν, ότι δηλ. ή έμφαση άπό τή Βενεζική αφήγηση δίνεται στην «υπαρξιακή», «ψυχική» όψη τών προ­σώπων, θά ενισχυθεί, αν προσθέσουμε τήν παρατήρηση ότι λείπουν άπό τή «Γαλήνη» κάποιοι πιο ιδιότυποι φθόγγοι, πού θά έδιναν περισσότερο ηθο­γραφικό χρώμα στην περιγραφή τής κοινωνίας τής ‘Αναβύσσου, ώστε τό έργο νά συνιστά καθαρότερα τό χρονικό μιας εποχής και μιας καταστρο­φής21. Σέ παρόμοια θεώρηση τοϋ Βενεζικοϋ έργου μας προσανατολίζει και ή διαπίστωση ότι τά ιστορικά εθνικά θέματα ό Βενέζης τά χειρίστηκε όχι μόνο σάν «πονεμένος Έλληνας» μά και σάν «πονεμένος άνθρωπος»22, με αποτέλεσμα νά νιώθουμε τά ιστορικά γεγονότα σάν παραμύθια σημερινά, γεμάτα άπό πόνο, μαρτύριο και σφρίγος ζωής23. Πλήθος άλλων επισημάν­σεων υποστηρίζουν τήν παραπάνω άποψη. “Ας σταθούμε στην επισήμανση ότι ή συγγραφή τοϋ Βενέζη αντιμετωπίζει καίρια τό νόημα τής ανθρώπινης ύπαρξης24, άφοϋ δείχνει πάντα τό δραματικό σύμπλεγμα τής εφήμερης ατο­μικής μας μάχης μέ τήν αιωνιότητα τής φθοράς, μάχης πού, αν καί χάνεται, βοήθα τόν άνθρωπο νά φανερώσει τις αρετές του25. Έτσι δυναμώνει ή πί­στη μας στον άνθρωπο κι ό θαυμασμός στις δυνάμεις του26. Ή μετάβαση από το επίκαιρο στο αιώνιο27, όπου οδηγείται ό συγγραφέας συλλαμβάνον­τας τό νόημα τών ιστορικών γεγονότων μέ τις «κεραίες τής αιωνιότητας»28, δίνει στο έργο τις διαστάσεις του «ανθρώπινου έπους»29, έναν «πανανθρώ-

  1. ΄Αγγελου Τερζάκη, Πολεμική Φιλολογία, Τετράδια Ευθύνης
  2. 6
  3. , ο.π., σ. 63.
  4. Τ. Κ. Παπατσώνη, ‘Οάσεις της κολάσεως, Τετράδια Ευθύνης 6, όπ.π., σσ. 58-59.
  5. Τ. ‘Αθανασιάδη, ό.π., σ. 237.
  6. Π. Χάρη, ‘Ηλία  Βενέζη,   Γαλήνη,   β’ έκδοση,   Νέα  Εστία, τόμ.   27   (1940), σσ. 713-714.
  7. Γ. Άθανασιάδη-Νόβα, «Μνήμη ‘Ηλία Βενέζη», Νέα ‘Εστία, τόμ. 96 (Χριστού­γεννα 1974), σ. 16.
  8. Α. Καραντώνη, Φυσιογνωμίες, τόμ. Β’, έκδ. Παπαδήμα, σ. 483.
  9. Α. Καραντώνη, Πεζογράφοι και πεζογραφήματα της γενιάς του ’30, όπ.π., σ. 130.
  10. ΄Οπ.π.
  11. Α. Καραντώνη, Φυσιογνωμίες, όπ.π., σ. 479.
  12. Π. Χάρη, «Ηλίας Βενέζης», Νέα ‘Εστία (Χριστούγεννα 1974), όπ.π.
  13. Γ. Αθανασιάδη-Νόβα, όπ.π.
  14. Ν. Παππά, Η αληθινή ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (1100-1073), εκδ. Τύμφη, Αθήνα 1973, σ. 351.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

πινο» χαρακτήρα30, αφού πανανθρώπινο είναι και το αίσθημα του φυσικού πόνου31 που αποδίδεται στα κείμενα του Βενέζη32. Και καθώς η αφήγησή του προσπερνώντας τα γεγονότα33 στέκεται στη συνέχεια αυτού του πόνου, την κατάρρευση της ανθρώπινης οντότητας34, εστιαζόμενης στα «γνησιό­τερα» κι «αρχαιότερα» στοιχεία της35 απαλλαγμένα από καθετί πλαστό που δημιουργεί ό πολιτισμός36, μας προσφέρεται η δυνατότητα να πλουτίζουμε τη διαγνωστική μας πείρα37 μέσα από τον αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο οι αλήθειες επιβάλλονται στα κείμενα του Βενέζη38. Καιρός όμως να πλησιάσουμε το ίδιο το έργο, για να επαληθεύσουμε τις πιο πάνω απόψεις. Στο «Νούμερο» ό χωρισμός της οικογένειας τού ήρωα – αφηγητή, που κρατήθηκε αιχμάλωτος στη Μικρά Ασία, όταν οι γονείς και τα αδέλφια του αναγκάστηκαν να φύγουν πρόσφυγες στην Ελλάδα, δίνεται με την αφή­γηση τού αποχαιρετισμού στη φυλακή39. Ή «αυτοδιηγητική» αφήγηση40 στέκεται στη σοβαρότητα των μικρών αδελφών τού Ηλία, στην εντύπωση που τού προκάλεσαν τα δάκρυα τού πατέρα του, στην πεποίθηση της μητέ­ρας του πως δε θα το αντέξει να ζει μακριά του και στους κρατούμενους συν­τρόφους που σιωπηλοί είχαν τριγυρίσει την οικογένεια, ενώ κάπου διακό­πτεται από την αμήχανη ερώτηση τού φρουρού, που έτσι αποζητά να συμμε­τάσχει, ίσως να συμπαρασταθεί. Έτσι, καθώς το κείμενο αναφέρεται στις

  1. ΄Αγγελου Κατακουζηνού, Μικρό ψυχογράφημα για ένα μεγάλο φίλο, Τετράδια
    Ευθύνης 6,
    όπ.π., σ. 27.

Ο Τ. Κ. Παπατσώνης χρησιμοποιεί τον όρο «παγκόσμιο», για να αποδώσει το χαρα­κτήρα τού Βενεζικού έργου (Τ. Κ. Παπατσώνη, όπ.π., σ. 61), ενώ ο Μερακλής το χαρα­κτηρίζει «διεθνικό ή υπερεθνικό» (Μ. Γ. Μερακλή, Προσεγγίσεις στην Ελληνική πεζογρα­φία: Ό ‘Αστικός χώρος, έκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1986, σ. 78).

  1. Κ. Ι. Δεδόπουλου, «Ηλίας Βενέζης. Η διάρκεια τού Ελληνικού καιρού. Α’. Ό πόνος και η πατρική γη», εφημ. Καθημερινή, Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 1950.
  2. Π. Ωρολογά, «Η λυρική πεζογραφία», Φιλολογικά Χρονικά, τόμ. Α’, ‘Αθήνα 1944, σ. 2.
  3. Π. Χάρη, «Ηλία Βενέζη: Γαλήνη», όπ.π., σ. 713.
  4. Μ. Γ. Μερακλή, Προσεγγίσεις στην ‘Ελληνική πεζογραφία, όπ.π., σ. 69.
  5. Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, Τα πρόσωπα και τα κείμενα, τόμ. Β’ : Ανήσυχα χρόνια, Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 21980, σ. 72.
  6. Τ. Αθανασιάδη, όπ.π., σ. 233.
  7. ΄Ο.π., σ. 267.
  8. Γ. Χατζίνη, .Καρτερία και ανθρωπιά τού Ηλία Βενέζη, Τετράδια Ευθύνης 6, όπ.π.
  9. Ηλία Βενέζη, Το Νούμερο 31328, εκδ. 16η, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, σσ. 49-50.
  10. Σύμφωνα με τον όρο πού χρησιμοποιεί ο Cenette, για να χαρακτηρίσει την αφή­γηση σέ πρώτο πρόσωπο από τον πρωταγωνιστή μιας ιστορίας. Βλ. Γ. Φαρίνου – Μαλαματάρη, ‘Αφηγηματικές τεχνικές στον Παπαδιαμάντη, εκδ. Κέδρος, ‘Αθήνα 1987, σ. 26.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

οικογενειακές κι ευρύτερα στις διανθρώπινες σχέσεις, οδηγεί τον αναγνώ­στη να νιώσει ή έστω να υποπτευθεί τα συναισθήματα και τους δεσμούς πού δημιουργούνται σέ μια τέτοια οριακή για τα ανθρώπινα μέτρα κατάσταση. ‘Αλλά οι οριακές καταστάσεις διαδέχονται αδιάκοπα η μια την άλλη, κα­θώς η πορεία των αιχμαλώτων αρχίζει. Στο κεφάλαιο που αναφέρεται στο φόβο των αγοριών για τυχόν βιασμό τους κι όπου περιγράφεται ό βιασμός της γυναίκας κι ή αδυναμία του συζύγου της να αντιδράσει41, ή αφήγηση —πού περιλαμβάνει αντιθέσεις ανάμεσα σέ τρυφερές εικόνες και σέ βίαιες σκηνές και διακόπτεται από καίριες μισοτελειωμένες φράσεις και κραυ­γές— επιμένει στα συναισθήματα της αγωνίας κι απόγνωσης των θυμάτων και της συμπάθειας των συγκρατουμένων. Ή δίψα των αιχμαλώτων μπρος στο καθαρό νερό της πηγής κι ή χαρά για το ξεδίψασμά τους στα βαλτό­νερα, όπως και ή σκληρότητα πού εμφανίζουν στη διεκδίκηση ενός κομ­ματιού παλιοτσούβαλου, για να προστατέψουν τα πληγωμένα τους πόδια42, στρέφουν την προσοχή μας στην κυρίαρχη επίδραση τού ενστίκτου τής αυ­τοσυντήρησης σε υπάρξεις που βρίσκονται κάτω από την απειλή βιολο­γικής εξόντωσης. Στο σημείο όπου ανώνυμα χείλη αιχμαλώτων διατυπώ­νουν την επιθυμία να λυτρωθούν από την εξάντληση πεθαίνοντας κι όταν ένας τους την πραγματοποιεί οι άλλοι νιώθουν αποφασισμένοι να τον μιμη­θούν με την πρώτη ευκαιρία43 βλέπουμε την ύστατη δυνατότητα αντίστα­σης στον πόνο να συμπίπτει με τη διάθεση αυτοκαταστροφής. Πιο κάτω, συναντούμε τους αιχμαλώτους να ξαγρυπνούν συμπαραστεκόμενοι, εξαντλών­τας την τρυφερότητα τους, σέ τρεις συντρόφους τους πού πρόκειται το ερ­χόμενο πρωινό να κρεμαστούν, και παρακολουθούμε τις αντιδράσεις των μελλοθανάτων μπρος στο θάνατο —άλλου βίαιη, άλλου παθητική ή τρα­γική44. Εδώ δεν υπάρχει περιθώριο αμφισβήτησης της βαρύτητας πού δί­νεται με την αφήγηση στις σχέσεις τού ανθρώπου με τον εαυτό του και με τους άλλους κάτω από την σκιά τού θανάτου.

Ας ξεκινήσουμε με περιπτώσεις πού φωτίζουν τη θετική πλευρά αυτών των σχέσεων. Οι κοινές αναμνήσεις των παιδικών χρόνων του Ηλία και του Αργύρη, μαζί και η εξομολόγηση ενός κρυφού εφηβικου έρωτα, που βρίσκουν τη θέση τους σε ένα διάλογο ο όποιος παρεμβάλλεται στην άφή-

  1. Ηλία Βενέζη, Το Νούμερο 31328, ο.π., σσ. 57-64.
  2. ΄Ο.π., σσ. 65-68.
  3. ΄Ο.π., σσ. 92-93.
  4. Ο Βασίλης επιτίθεται στον συγκροτούμενο του, που τον πληροφορεί ότι πρόκει­ται να τον κρεμάσουν, ενώ ό Ζαφείρης θρηνεί σιωπηλά περιμένοντας το τέλος του. Όσο για τον κωφάλαλο Μαϊμούν, δεν έχει καν αντιληφθεί τι του επιφυλάσσεται. Όπ.π., σσ. 150-152.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

γηση του ανελέητου παρόντος, φαίνεται να οδηγούν στο δυνάμωμα της φι­λίας των παιδιών μπρος στον κίνδυνο και τις κακουχίες45. Αλλού ένας αγα­θός νεαρός Τούρκος βρίσκει την ευκαιρία να μάθει από τον Ηλία να γρά­φει στα Γαλλικά το όνομά του46. Ας μην παραλείψουμε, τέλος, να αναφερ­θούμε στην οικοδόμηση της φιλίας ανάμεσα στους Έλληνες αιχμαλώτους και στους “μαφαζάδες” —Τούρκους στρατιώτες—, που τους ενώνουν οι κοι­νοί εχθροί, που ασκούν εξουσία πάνω τους: Τούρκοι αξιωματικοί και Έλ­ληνες τσαούσηδες47. Το κοινό μαστίγωμά τους και η πράξη των αιχμαλώ­των να σώσουν το φρουρό τους από εκτέλεση, ακολουθείται από την αφή­γηση των αλλαγών τής συμπεριφοράς των μαφαζάδων απέναντι στους Έλ­ληνες. Η μνεία των κοινών νοσταλγικών τους συζητήσεων και του γεγονό­τος ότι οι μαφαζάδες αποκαλούν πια τους αιχμαλώτους «συντρόφους» αντί «σκλάβους» και μοιράζονται μεταξύ τους τα αποτσίγαρα, αποτελούν την κο­ρύφωση στην αφήγηση της νέας διάστασης των σχέσεων τους. Όμως πιο συχνά, μέσα στη δίνη των περιπετειών τους τα συναισθήματα των ηρώων για τους συντρόφους τους είναι εχθρικά ή υστερόβουλα. Ας σημειώσουμε εδώ την αφήγηση του περιστατικού με τους εξαντλημένους αιχμαλώτους, που προσπαθούσαν να αποφύγουν να μεταφέρουν στους ώμους τους το ανήμ­πορο παιδάκι, ενώ δε δίσταζαν να ευχηθούν το θάνατο του, για να απαλλα­γούν από το βάρος του48. Αλλού στο κείμενο, ο αφηγητής αποδίδει την τρυφερότητα με την οποία φροντίζει το μικρό κοριτσάκι που ικανοποιεί σεξουαλικά τους Τούρκους στρατιώτες, στο ότι αυτό το παιδί συνιστά τη μόνη εγγύηση ότι θα αποφευχθεί ό δικός του βιασμός49. Εκεί που μνημο­νεύεται ο θάνατος τού κοριτσιού, σχολιάζεται πως οι αιχμάλωτοι θλίβον­ται γι’ αυτόν, επειδή έχασαν την ευκαιρία να ξεκουράζονται, καθώς σταμα­τούσαν για τη σεξουαλική ικανοποίηση των στρατιωτών πού τους οδηγού­σαν50. Αυτά υποβάλλονται με ακόμη μεγαλύτερη τραγικότητα στον ανα­γνώστη, αφού συνοδεύονται από σχόλια που φανερώνουν την απορία και του ίδιου του αφηγητή πού τα βίωσε, καθώς τού φαίνονται εντελώς ασυμβί­βαστα με ό,τι έως τότε γνώριζε και ήλπιζε για την ανθρώπινη φύση51.

Άλλα ακόμη και στο «Νούμερο» μπορούμε να εντοπίσουμε στιγμές, όπου ό άνθρωπος προσανατολίζεται αισιόδοξα στην επιθυμία του για ζωή,

  1. ΄Oπ.π., σσ. 69-70.
  2. ΄Oπ.π.,. 135-136.
  3. ΄Οπ.π., σσ. 208-215.
  4. ΄Οπ.π.., σσ. 72-74.
  5. “Ο.π., σ. 89.
  6. Όπ.π.
  7. ΄Oπ.π., σ. 74.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ξεπερνώντας τη δυναστική αγωνία του θανάτου. Ας επιλέξουμε δύο, από τις τελευταίες σελίδες τού κειμένου. Καθώς η πεποίθηση των αιχμαλώτων ότι σύντομα θα ελευθερωθούν μεγαλώνει, εμφανίζονται να μη συγχωρούν ούτε την αμφιβολία κάποιων συντρόφων σχετικά με τη δυνατότητα σωτη­ρίας52, ενώ στις συζητήσεις τους αναφέρουν οράματα ως αποδείξεις για το τέλος της αιχμαλωσίας τους. Σε άλλο σημείο τής αφήγησης συναντούμε το «ταξίδι της λευτεριάς»—όπως χαρακτηρίζεται στο κείμενο53. Σέ έναν περίπατο μέσα στη νύχτα, χωρίς φρουρούς, οι αιχμάλωτοι απολαμβάνουν μια αίσθηση ελευθερίας πού ανταποκρίνεται σε έντονη ψυχική τους ανάγκη. Μελετώντας τους ήρωες τού έργου «Γαλήνη» διαπιστώνουμε πως η επιθυμία τους για ζωή συνιστά την αιτία κάθε ψυχικής τους διάθεσης. ΄Οσο για τα ιστορικά γεγονότα που επηρεάζουν ή και καθορίζουν τις συνθήκες διαβίωσής τους, αυτά αποτελούν για την αφήγηση το πεδίο πάνω στο όποιο οι ήρωες, δοκιμαζόμενοι, ανακαλύπτουν τον εαυτό τους, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες τους. Ή Μικρασιατική καταστροφή του ’22 διαταράσσει την ισορροπία πού είχε δύσκολα επέλθει στη συζυγική σχέση της Ειρήνης και του Δημήτρη Βένη, ύστερα από την απόφαση τους να σταθούν δυνατοί απέναντι στον κίνδυνο που ίσως τους επεφύλασσαν τα γεγονότα τού 191454. Αυτό το στοιχείο δίνεται ως πληροφορία σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε διάλογους τού ζευγαριού, χαρακτηριστικούς για τη διάθεση αντιδικίας των συνομιλούντων55. Σέ άλλο διάλογο ανάμεσα στον Βένη και στον Γλάρο, που δοκιμάστηκε με το θάνατο τής γυναίκας του πε­ρισσότερο από κάθε άλλον πρόσφυγα —ύστερα από την εγκατάστασή τους στην Ανάβυσσο και έως τη χρονική στιγμή που διαδραματίζεται ο διάλο­γος— ο Βένης επιχειρεί να τονώσει το ηθικό του συνομιλητή του, θυμίζον­τάς του πώς η προσφυγική τους κοινότητα κατάφερε να ξαναοργανώσει τη ζωή της, μετά την τόσο μεγάλη περιπέτεια τού ξεριζωμού τους56. ΄Ετσι η καταστροφή σχηματοποιείται στο κείμενο ως αφορμή για να φανερωθεί το μέγεθος των ανθρώπινων δυνατοτήτων. Ο Βένης συνομιλεί και μέ τόν ‘Αντρέα πού επέστρεψε άπό τήν αιχμαλωσία, γιά νά τόν βοηθήσει να βρει τρόπο να συνεχίσει δημιουργικά τη ζωή του. Σε αυτόν τον διάλογο οι προσ­πάθειες τού Βένη να φυτέψει τριανταφυλλιές στο άγονο χώμα τού οικισμού τους ερμηνεύονται από τον ίδιον ως αναζήτηση τής γαλήνης, της ισορρο-

  1. ΄Οπ.π., σσ. 165-166.
  2. ΄Οπ.π., σσ. 174-175.
  3. ‘Ηλία Βενέζη, Γαλήνη, εκδ. 16η, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, σσ. 40-42.
  4. ΄Οπ.π., σσ. 27-28, 44-45.
  5. ΄Οπ.π., σ. 101.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

πίας, που έχει ανάγκη η ανθρώπινη φύση, για να ευτυχήσει57. Αυτήν την ισορροπία μπορεί να την προσφέρει, πέρα από την προσπάθεια, και η προσ­δοκία, όπως στην περίπτωση της θείας Μαρίας, που περιμένει το γιό της58. Με τη θριαμβευτική ανακοίνωση στην Ειρήνη του νέου ότι οι τριανταφυλ­λιές ρίζωσαν, βλέπουμε στην αφήγηση να έρχεται για την οικογένεια Βένη η δικαίωση τής αισιοδοξίας της για την επιτυχία των επιδιώξεών της59. Ο αναγνώστης, ύστερα από την πιο τραγική διάψευση αυτής της αισιοδο­ξίας που φέρνει ο αιφνίδιος θάνατος της ΄Αννας60, βλέπει τον Βένη στη «Γα­λήνη» να ξανασκαλίζει, για να φυτέψει τριαντάφυλλα61, και τον Γιάννη στο «Νούμερο», που γυρίζοντας από την αιχμαλωσία πληροφορείται πως η γυ­ναίκα του και τα παιδιά του έχουν σκοτωθεί, να στρέφει το βλέμμα του στο σημείο όπου πρόκειται να ανατείλει ο ήλιος62. Έτσι, διαπιστώνει πως τα πρό­σωπα αυτά μην μπορώντας να επιλέξουν την ίδια την πραγματικότητα, επι­λέγουν τη μόνη δυνατή αντίσταση σ’ αυτήν, τη συνέχιση τής ζωής τους.

Όλα τα παραπάνω, περιγραφές, διάλογοι και αφηγηματικά σχόλια που αναφέρονται στην ψυχοσύνθεση και στις διανθρώπινες σχέσεις των ηρώων της «Γαλήνης» και του «Νούμερου», όπως διαμορφώνονται από την πίεση των δυσκολιών και των κινδύνων που τους επεφύλαξε η τραγική ιστορική στιγμή τής Μικρασιατικής καταστροφής, δεν μπορεί παρά να αφορούν και τον σύγχρονο αναγνώστη· κι αυτό, γιατί τον οδηγούν —μέσα από τις αισθή­σεις του, τη σκέψη και τα συναισθήματα, που συμμετέχουν στην πρόσλη­ψη της Λογοτεχνίας— να στραφεί στην ανθρώπινη φύση του, που αποκαλύ­πτεται σε όλες της τις διαστάσεις, μόνον όταν συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται μέσα στη δίνη τού θανάτου. Ξεκινώντας από την άποψη ότι η συνειδητο­ποίηση κι ίσως κάποτε και η αναθεώρηση στοιχείων τής προσωπικότητάς μας συνιστούν το αποτέλεσμα κάθε ανάγνωσης λογοτεχνικού έργου63, ση­μειώνουμε ότι ο υπαρξιακός προβληματισμός τού σύγχρονου αναγνώστη είναι το πεδίο, όπου θα μπορούσε να φτάσει η ενδοσκόπησή του, με την προσέγγιση τού έργου τού Βενέζη,

 

__________________ ____________________

  1. ΄Οπ. π., σσ. 166-167.
  2. ΄Οπ. π., σσ. 104, 120, 126-127.
  3. ΄Οπ. π., σσ. 207-208.
  4. ΄Οπ. π., σσ. 224-227.
  5. ΄Οπ. π., σσ. 232-233.
  6. Ηλία Βενέζη, Το Νούμερο 31328, όπ. π., σσ. 244-245.
  7. Αναφερόμαστε στη φαινομενολογική θεωρία τής «αισθητικής ανταπόκρισης» τού Iser. Βλ. Γλώσσα και Λογοτεχνία, The Open University, εκδ. Π. Κουτσουμπός, Αθήνα 1985, σσ. 138-140.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Universität Hamburg – Institut  für Griechische und Lateinische Philologie – Biblio-Uellner

Στη βιβλιογραφία αυτή περιλαμβάνονται τα άρθρα:

-Οι θεωρίες της Ανταπόκρισης και οι «Μεγάλες Λύπες» του Τέλλου Άγρα. Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, τ. 10, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1995, σσ. 58-60.

-Η διαχρονική διάσταση των ιστορικών προσώπων στο «ΝΟΥΜΕΡΟ 31328» και στη «ΓΑΛΗΝΗ» του Ηλία Βενέζη. Άρθρο δημοσιευμένο στο ιστορικό φιλολογικό περιοδικό ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, τ. ΛΔ΄, 1992, σσ. 178-185.

-Οι Έλληνες και οι Τούρκοι στο έργο του Ηλία Βενέζη. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Νέα Εστία, έτος ΟΑ΄, τόμος 141, τεύχος 1677, 15 Μαϊου 1997, σσ. 771-775.

-Μια οικολογική προσέγγιση στο έργο του Ηλία Βενέζη. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, τχ. 12, 1997, σσ. 84-95.

-Νεότητα και ειρωνεία στην ποίηση του Καβάφη. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Τετράμηνα, τχ. 59-61, Χειμώνας ’97-98, σσ. 4510-4520.

-Η υποδηλωτική φύση της ποίησης στις «Σάτιρες» του Καρυωτάκη. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τετράμηνα, τχ. 51-52, Άνοιξη 1994, σσ. 3805-3810.

-«Ο Μηνάς ο Ρέμπελος» του Κωστή Μπαστιά. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Συριανά γράμματα, τχ. 39, Ιούλιος 1997, σσ. 131-137.

-Η λογοτεχνική πορεία της Ρίτας Μπούμη-Παπά. Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Συριανά γράμματα, τχ. 43, Ιούλιος 1998, σσ. 126-146.

-Η πολυδιάστατη σχέση έρωτα-φύσης στα έργα του Μυριβήλη «Η Παναγιά η Γοργόνα» και «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Τετράμηνα, τχ. 62-64, Φθινόπωρο 2000, σσ. 4782 – 4788.

 

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΟ  «ΝΟΥΜΕΡΟ  31328»  ΚΑΙ ΣΤΗ «ΓΑΛΗΝΗ» ΤΟΥ   Η.   ΒΕΝΕΖΗ (Άρθρο στο περιοδικό ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ)
Κύλιση προς τα επάνω