“Η Μαγική Φλογέρα” της Ρίτας Μπούμη-Παπά
Διαδρομές, τχ. 48, Χειμώνας 1997, σσ. 261-266.
https://drive.google.com/file/d/1Mwxv5REJzD-q2mlmSUG83ZMSS77ZykBt/view
Ελένη Α. Ηλία
Την ποιήτρια Ρίτα Μπούμη-Παπά την γνώρισα το 1975 από τρία ποιήματά της που περιλαμβάνονταν στα σχολικά μου βιβλία, το τότε Ανθολόγιο για μαθητές Γ και Δ τάξης και το Αναγνωστικό της Αγγελικής Βαρελλά για την Γ Δημοτικού. Κι ενώ πέρασαν τόσα χρόνια στα οποία η σχέση μου με τη Λογοτεχνία εξελίχθηκε σημαντικά, ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να με εντυπωσιάζει εξίσου η αισθητική ποιότητα των συγκεκριμένων ποιημάτων, ο ευφάνταστος τρόπος σύνθεσής τους, η διαχρονικά πολύτιμη συμβολή τους στο να γνωρίσουν, να απολαύσουν και να αγαπήσουν τα μικρά παιδιά την ποίηση, που δεν είναι καθόλου τυχαία αλλά αποτέλεσμα της υποδειγματικής υπευθυνότητας με την οποία η ποιήτρια ασχολήθηκε με τον τόσο δύσκολο χώρο της παιδικής ποίησης. Για τους παραπάνω λόγους δεν παραλείπω ποτέ να διδάσκω τα ποιήματά της στους μικρούς μαθητές μου, καθώς και στους εκπαιδευτικούς που αναλαμβάνουν τη μύηση των παιδιών στην τέχνη της ποίησης.
Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά με τον τρόπο ενασχόλησης της Ρίτας Μπούμη-Παπά με την παιδική ποίηση, επισημαίνω ότι τα περισσότερα στιχουργήματα για παιδιά γράφονται από δημιουργούς που το σύνολο του έργου τους απευθύνεται αποκλειστικά στο παιδικό αναγνωστικό κοινό. Επίσης, όσοι από τους γνωστούς, αγαπημένους ποιητές ασχολήθηκαν ευκαιριακά με τη σύνθεση ποιημάτων για παιδιά, το έπραξαν στο ξεκίνημά τους ενώ όταν «ωρίμασαν» λογοτεχνικά, εγκατέλειψαν οριστικά αυτόν το χώρο. Αντίθετα, η Ρίτα Μπούμη-Παπά που εμφανίστηκε στα γράμματα πριν από το 1930 και εξέδωσε συνολικά δεκαεφτά ποιητικές συλλογές και δύο πεζογραφήματα σε διάστημα πενήντα περίπου χρόνων, κυκλοφόρησε τη μοναδική συλλογή της για παιδιά με τον τίτλο «Η Μαγική Φλογέρα» το 1965. Τη συλλογή αυτήν τη συμπεριέλαβε και στα Άπαντά της , που εκδόθηκαν το 1981-1982. Για να παρουσιάσει τη συγκεκριμένη συλλογή, επέλεξε το λογοτεχνικό διαγωνισμό της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς. Για τους διαγωνισμούς της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς που ξεκίνησαν από το 1958 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα με εξαιρετική επιτυχία, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα προς κρίση έργα υποβάλλονται με ψευδώνυμο. Το όνομα του λογοτέχνη αποκαλύπτεται στα μέλη της κριτικής επιτροπής και ευρύτερα κατά την τελετή βράβευσης, μόνο σε περίπτωση που το έργο του έχει διακριθεί. Η Μπούμη-Παπά συμμετείχε και διακρίθηκε την περίοδο που βρισκόταν ήδη στην ποιητική ωριμότητά της. Το σκεπτικό της βράβευσής της το 1964, που το αναζητήσαμε στο αρχείο της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς, έχει ως εξής:
Με χαρούμενη έκπληξη η Επιτροπή ανοίγοντας τους κλειστούς
φακέλουυς που συνοδεύουν το κάθε υποβαλλόμενο έργο, ανακάλυψε
το όνομα της Ρίτας Μπούμη-Παπά. Την ευχαριστούμε που τίμησε το
διαγωνισμό μας. Η «Μαγική Φλογέρα» της έχει όλη την ανάλαφρη
χάρη, την ψυχική δροσιά την απαραίτητη για το παιδικό ποίημα και
μαζί όλη την αρτιότητα του στίχου που ξέρει να δίνει ένας τεχνίτης
όπως εκείνη. Η τελειότητα βέβαια δεν μας ξαφνιάζει από τη Ρίτα
Μπούμη-Παπά. Πιστεύουμε κι εμείς μαζί της πως το κατόρθωσε
με το λαμπρό της έργο και το έγραψε τ’ όνομά της «στης γης το
μέγα επισκεπτήριο».
Η δικαίωση του εγχειρήματός της είναι η καλύτερη απόδειξη της στάσης και των επιλογών της, που ξεκινούν από την επίγνωση των δυσκολιών και των ιδιαιτεροτήτων της παιδικής ποίησης. Τα ποιήματα της Μαγικής Φλογέρας στην πλειοψηφία τους είναι γραμμένα σε τροχαϊκό μέτρο, που θεωρείται το προσφορότερο για τα μικρά παιδιά. Αυτό που εντυπωσιάζει σε αυτά, είναι ο εξαιρετικά πρωτότυπος τρόπος που αποδίδουν ακόμη και τα πλέον καθημερινά και συνηθισμένα περιστατικά, αντικείμενα και δραστηριότητες που συνδέονται με την παιδική ηλικία ή και την χαρακτηρίζουν. Στο «Νησί μου» η ποιήτρια αναφέρεται στη μελέτη του παγκόσμιου χάρτη που βρίσκεται στη σχολική αίθουσα, χρησιμοποιώντας το ρήμα «ταξιδεύω». Με αυτόν το χειρισμό της, το μάθημα της Γεωγραφίας προσλαμβάνει άλλες διαστάσεις, καθώς μετατρέπεται σε πλαίσιο φανταστικών εξερευνήσεων:
Με φτερά ταξίδεψα
θαλασσοπουλιού
πάνω στον ακύμαντο
χάρτη του σχολειού.
Οι συνεχείς και απότομες καιρικές μεταβολές που συμβαίνουν το Μάρτιο, αποδίδονται στο ποίημα «Ο Μάρτης και η μάνα του» ως οι αταξίες ενός ζωηρού αγοριού, που συνηθίζει να ταλαιπωρεί τη μητέρα του. Στο δε ποίημα «Το τόπι» κάποιος μικρός απευθύνεται στη μπάλα του, σαν να πρόκειται για τον αγαπημένο του φίλο, και περιγράφει τα κοινά παιχνίδια τους. Στους στίχους της συλλογής κυριαρχούν οι περιγραφές εικόνων που βρίσκονται σε κίνηση. Στο ποίημα «Θάλασσά μου» συναντούμε αρκετά ρήματα σε χρόνο ενεστώτα, τα οποία εκφράζουν κίνηση. Έτσι δημιουργείται στον αναγνώστη η εντύπωση πως παρακολουθεί ζωντανά, περιστατικά σε εξέλιξη:
Θάλασσά μου γαλανή
στ’ άσπρο σου το κύμα
μια βαρκούλα με πανί
με πηγαίνει πρίμα.
Γέρνει η βάρκα στ’ ανοιχτά
τρέχει σαν δελφίνι,
του νησιού μας η στεριά
όλο και μακρύνει.
Ανάλογη είναι η εντύπωση που αποκομίζουμε και από τους στίχους του «Θαλασσοπόρου»:
Πίσω απ’ του κισσού μας τη χλωρή κουρτίνα
έγια μόλα βάζω πλώρη για την Κίνα.
Οι στίχοι των παιδικών ποιημάτων της Ρίτας Μπούμη-Παπά είναι απαλλαγμένοι από κάθε ίχνος διδακτισμού και αυτό που τους χαρακτηρίζει είναι το στοιχείο της υποβολής, που προκύπτει κυρίως από τη χρήση των αντιθέσεων. Στο «Θαλασσοπόρο» οι αναφορές σε μακρινές χώρες και υπερπόντια ταξίδια αντιπαρατίθενται στην περιγραφή του περιορισμένου σπιτικού χώρου:
Στου περιβολιού μας τη δεξαμενή
τα νερά τους σμίγουν πέντε ωκεανοί!
Προς τα πολυτρίχια, λίγο παρακεί,
Το τιμόνι αν στρίψω, να κι η Αφρική.
Καθισμένος πλάι σε μια γλάστρα δυόσμο
Δέκα χρόνων πλοίαρχος, γνώρισα τον κόσμο!
Την υποβολή στη «Μαγική Φλογέρα» προκαλούν επίσης τόσο το χιουμοριστικό στοιχείο όσο και η υπερβολή, που δημιουργούνται καθώς επιλέγονται εξεζητημένες λέξεις, για να αποδοθούν και να προσδιοριστούν καταστάσεις και δραστηριότητες απλοϊκές και εντελώς συνηθισμένες:
Άφωνος στον κίνδυνο και θαλασσομάχος
ταξιδεύω σχίζοντας πέλαγα μονάχος (Από το «Θαλασσοπόρο»).
Στο μικρούλη μας το μώλο
δέσαμε με μια κλωστή
το μεγάλο μας το στόλο
με καράβια από χαρτί (Από το «Καλοκαίρι στο νησί»)
Ως το βράδυ φορές δέκα
άπλωσε η φτωχή γυναίκα
τη μπουγάδα, κι όρκο δίνει
Μάρτη να μην ξαναπλύνει (Από το ποίημα «Ο Μάρτης και η μάνα του»).
Τα χαρακτηριστικά της υποβολής και του χιούμορ άλλοτε είναι αποτέλεσμα της προσωποποίησης του κόσμου των αψύχων, φυσικών ή τεχνητών, της ερμηνείας των φυσικών φαινομένων και της συμπεριφοράς των ζώων με βάση τον ανθρώπινο τρόπο ζωής και σκέψης. Έτσι, η αστάθεια των καιρικών φαινομένων στις αρχές της Άνοιξης, για παράδειγμα, παρουσιάζεται ως το πλέον αγαπημένο παιχνίδι του Μάρτη, ενός ανήσυχου αγοριού, που διασκεδάζει, δημιουργώντας προβλήματα στους άλλους:
Τον γνωρίζετε το Μάρτη
τον τρελό και τον αντάρτη;
Ξημερώνει και βραδιάζει
Κι εκατό γνώμες αλλάζει (Ό. π.)
Στη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή της Ρίτας Μπούμη-Παπά οι ασάφειες, οι αοριστίες και οι ελλειπτικές αναφορές συντελούν τέλος στην υποβολή. Στο ποίημα «Ο θαλασσοπόρος» τόσο ο τίτλος όσο και οι δύο πρώτες στροφές δίνουν στον αναγνώστη την εντύπωση πως γίνεται λόγος για έναν έμπειρο ναυτικό, δοκιμασμένο στις πιο αντίξοες καιρικές συνθήκες. Όταν συνεπώς στην τρίτη στροφή δίνεται μια πρώτη ένδειξη ότι πρόκειται για ένα ευφάνταστο παιδί που παίζει τον ταξιδευτή, κινούμενο στον κήπο του σπιτιού του, η αναγνωστική έκπληξη είναι μεγάλη. Η περιέργεια και το ενδιαφέρον του αναγνώστη κορυφώνονται και στο ποίημα «Το νησί μου», καθώς ο ποιητικός λόγος επικεντρώνεται σε ένα συγκεκριμένο τόπο που ξεχωρίζει στον παγκόσμιο χάρτη για την ομορφιά του, χωρίς να αποκαλύπτεται η ταυτότητα του τόπου αυτού πριν από την τελευταία στροφή.
Η «Μαγική Φλογέρα» λοιπόν διακρίνεται για την αισθητική ποιότητά της, την καταλληλότητά της για παιδικό ανάγνωσμα και τη διαχρονικότητα των ποιητικών και παιδαγωγικών αρετών της. Φανερώνει δε την ευαισθησία, τις ικανότητες και την υπευθυνότητα της δημιουργού της.