«Ο Μηνάς ο Ρέμπελος» του Κωστή Μπαστιά (Άρθρο στο περιοδικό ΣΥΡΙΑΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ)

«Ο Μηνάς ο Ρέμπελος» του Κωστή Μπαστιά

Δημοσιευμένο στο περιοδικό Συριανά γράμματα, τχ. 39, Ιούλιος 1997, σσ. 131-137.

 

 

της Ελένης Α. Ηλία

Ο Μηνάς ο Ρέμπελος, ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος του Κωστή Μπαστιά, μπαρκάρει σε ένα πειρατικό πλοίο, αναζητώντας τις αδερφές του, που είχε απαγάγει από τη Σύρο κάποιος κουρσάρος. Παρά το νεαρό της ηλι­κίας του, κατορθώνει πολύ γρήγορα να γίνει καπετάνιος και να αποκτήσει πολλά πλοία, νικώντας σε ναυμαχίες με πειρατικά και γαλλικά πολεμικά. Παντρεύεται τη Στυλιανή, που ήταν φυλακισμένη στο πλοίο με το οποίο ο Μηνάς  πρωτοταξίδεψε. Κάποιος γάλλος ναύαρχος, που νικήθηκε από το Μηνά, απήγαγε τη Στυλιανή και το μωρό τους, για να τον αναγκάσει να παραδοθεί. Ο ήρωας πολέμησε και πάλι μαζί του, με αποτέλεσμα η κοπέλα και το παιδί να σκοτωθούν. Τότε ο Μηνάς κατευθύνθηκε στο Άγιο Όρος με στόχο να το λεη­λατήσει. Εκεί όμως αποφάσισε να μονάσει. Κατόρθωσε να απαρνηθεί τις παλιές του συνήθειες και ασκήτεψε ως τα βαθιά του γεράματα.

Ο Μπαστιάς στο μυθιστόρημα αυτό δημιουργεί έναν ανθρώπινο τύπο με εξαιρετικές ικανότητες, που συχνά αγγίζουν το εξωπραγματικό. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως ο Μηνάς, όπως παρουσιάζεται γεμάτος αρετές και χωρίς καθόλου ελαττώματα ή αδύνατα σημεία, περισσότερο μοιάζει με τους ήρωες των παραμυθιών παρά με αφηγηματικό πρόσωπο έντεχνου λογοτεχνι­κού έργου. (Για τον κύριο ήρωα των παραμυθιών επισημαίνεται πως έχει τα βασικά ηλιακά προτερήματα, είναι δηλαδή νέος και όμορφος και γυρίζει τη γη. Ξεχωρίζει από όλους τους αδελφούς του και τους συνομηλίκους του για την εξυπνάδα και την ωριμότητα του. Βλ. Τζ. Σ. Κούπερ, Ο θαυμα­στός κόσμος των παραμυθιών. Μετάφραση Θύμης Μαλαμόπουλος: Αθήνα, Θυμάρι 1983, 85-90).

Εκτός από τη χαρισματική προσωπικότητα του Μηνά, ιδιαίτερα εντυπω­σιακή είναι και η εύνοια της τύχης απέναντι του. Παρ’ όλες όμως τις επιτυχίες και τις νίκες του, ο Μηνάς σε κανένα σχεδόν αφηγηματικό σημείο δεν δίνει στον αναγνώστη του την εντύπωση ότι είναι ευτυχισμένος: Τώρα που είχε κοτζάμου καράβι στην εξουσία του, κοτζάμου τσούρμο, τόσο βιός, τώρα φοβό­τανε. Σταματούσε η ανάσα του, άμα συλλογιότανε πως μπορούσε να τα χάσει όλα τούτα και να βρεθεί πάλι γυμνός και πεινασμένος, ανήμπορος ν’ ανασάνει λίγον αγέρα. Τίποτα δεν μπορούσε να λιγοστέψει το φόβο του. Τίποτα δεν ξαλάφρωνε τον ουρανό του από τα τόσα σύγνεφα που τον βαραίνανε (σελ. 130 κατά τη 2η έκδοση: Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών 1968).

Αυτή του η στάση δεν οφείλεται τόσο στο ριψοκίνδυνο τρόπο που ζει, στο ότι δηλαδή η συνεχής αναμέτρηση με το θάνατο ασφαλώς αποκλείει την ξε­νοιασιά και τη γαλήνη. Οφείλεται πολύ περισσότερο στο μόνιμο υπαρξιακό του άγχος. Αυτό είναι που οδηγεί το Μηνά στην πειρατεία, ενώ η αρπαγή των αδελφών του συνιστά την αφορμή, για να το αποφασίσει τη συγκεκριμένη στιγμή. Η έντονη πειρατική του δραστηριότητα τον εξοικειώνει βέβαια με την ιδέα του θανάτου, αλλά δεν κατορθώνει να τον συμφιλιώσει με τη ζωή. Καμιά του κατάκτηση και καμιά δικαίωση των επιλογών και των κόπων του δεν του προσφέρει την αίσθηση της ασφάλειας. Παραμένει πάντα ανικανοποίητος και φοβισμένος μέσα στη δύναμη και στην υπεροχή του: Καμιά λοιπόν ζημιά. Ζημιά μονάχα ο οχτρός. Άμα τους είδε ο Μηνάς κι ένιωσε πως το κόλπο του είχε πετύχει, απόρησε. Κι αντίς να χαρεί όσο θα ‘πρεπε για την τόση αγάπη της τύχης, φοβήθηκε. Μην του ετοίμαζε τάχα κάτι χειρότερο; (205).

Κι αν κάποιες ελάχιστες ώρες χαίρεται τον έρωτα του για την αντάξια του Στυλιανή, ο φόβος πως η χαρά του θα είναι εφήμερη τον αγχώνει πολύ περισ­σότερο: Φοβάμαι, ακριβή μου, της είπε. Φοβάμαι πως δεν τ’ αξίζω τέτοιο δώρο. Φοβάμαι πως κάπου πίσω από κάποιο τοίχο κάποιος δαίμονας παραμονεύει και στήνει λαγούμι της χαράς μου (186).

Το υπαρξιακό άγχος του Μηνά γίνεται ιδιαίτερα φανερό στον αναγνώ­στη, όταν ο ήρωας κλονίζεται, συνειδητοποιώντας την τεράστια ψυχική δύνα­μη του γέροντα ιερέα Συμεών, δύναμη που στηρίζεται στη θρησκευτική πίστη. Καθώς ο Μηνάς αντιλαμβάνεται πως μάταια ο ίδιος αναζητούσε την ουσια­στική εκείνη δύναμη στα όπλα και στην εξουσία, αμφισβητεί έντονα τον τρόπο της ζωής του, χωρίς όμως να έχει περιθώρια να τον αρνηθεί, αφού πρέπει να υπερασπίσει τη ζωή της γυναίκας του και του παιδιού του, που καταδιώκονται εξαιτίας του. Το γεγονός πως ο Μηνάς χάνει τη Στυλιανή και το μωρό τους, για τους οποίους η αγάπη του συνιστούσε το μοναδικό πραγματικά πολύτιμο στοι­χείο της άστοχης και βασανισμένης ζωής του, τον καθιστά ακόμη περισσότε­ρο τραγικό πρόσωπο. Όμως ο συγγραφέας επιφυλάσσει τελικά στον ήρωα του τη λύτρωση. Ο Μηνάς κατορθώνει να κατανικήσει την υπαρξιακή του αγωνία όταν ασκητεύει στο Άγιο Όρος, μετανιωμένος για το παρελθόν του.

Ο αναγνώστης του έργου αυτού έχει την ευκαιρία να περιπλανηθεί νοερά στο χώρο του Αιγαίου των αρχών του 19ου αιώνα και να εμπλακεί στα συναρ­παστικά πειρατικά επεισόδια, που αφηγείται ο Μπαστιάς

( Σύμφωνα με τον θεωρητικό της αναγνωστικής ανταπόκρισης W. Iser, η αλληλεπίδραση ανάμε­σα στο κείμενο και στον αναγνώστη προκαλεί την εντύπωση ότι είμαστε εμπλεκόμενοι σε μια πραγματικότητα. Το νόημα του έργου γίνεται δηλαδή άμεση εμπειρία του αναγνώστη Βλ. The Implied Reader: Baltimore-London, The John Hopkins University Press 19905, 38-39, 104, 233, 281). Ο Ξενόπουλος σημειώνει  σχετικά στα Αθηναϊκά Νέα (30.4.39)  πόσο θέλγει τον κοινό αναγνώστη η περι­πετειώδης ιστορία του Μηνά του Ρέμπελου  και εκφράζει την άποψη πως το ύφος του, η τέχνη του και η αρχιτεκτο­νική του  έργου  ικανοποιούν επίσης και το δυσκολότερο κριτικό. Διευκρινίζει μάλιστα πως το στοιχείο εκεί­νο που εξευγενίζει και ανυψώνει την περιπετειώδη υπόθεση του μυθιστορήματος είναι η ποίη­ση που το διαπνέει.

Η αναγνωστική εμπλοκή δεν εξαντλείται στις δραστηριότητες των κουρσάρων, όσο κι αν αυτές εμφανίζονται εντυπωσιακές. Διαβάζοντας το μυθιστόρημα, βιώνουμε κυρίως την ψυχική αναζήτηση ενός ανθρώπου, την εσωτερική διαδρομή του προς την ολοκλήρωση. Ο προσανατολισμός του κειμένου όχι στα γεγονότα αλλά στους ανθρώπινους τύπους, που τα προκαλούν ή τα αντιμε­τωπίζουν, στη συνειδητοποίηση των ορίων και των δυνατοτήτων της ανθρώπι­νης ύπαρξης γενικότερα, επιχειρείται μέσα από μια σειρά αφηγηματικές στρα­τηγικές, που θα αποπειραθούμε να επισημάνουμε αμέσως πιο κάτω. Οι περιπέτειες των ηρώων, η πειρατική δράση τους, αν και πυκνή και έντο­νη, καλύπτεται σε λίγες σχετικά σελίδες. Εκείνο στο οποίο στέκεται περισσότε­ρο ο αφηγηματικός λόγος, είναι οι προβληματισμοί και γενικότερα ο ψυχισμός κυρίως του βασικού ήρωα, του Μηνά, αλλά και των υπόλοιπων προσώπων. Το ίδιο συμβαίνει και με τα διαλογικά μέρη που παρατίθενται στο έργο. Στην πλειονότητα τους δηλαδή οι διάλογοι αυτοί στοχεύουν στην ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των συνομιλούντων προσώπων. Πρόκειται για τους «προσωπικούς» διάλογους, που διαφέρουν από τους «περιστασιακούς», όπου κυριαρχεί το περιβάλλον, στο οποίο διεξάγονται, και από τις «συζητήσεις» με κυρίαρχο το θέμα της συνομιλίας. (Βλ. Γ. Φαρίνου-Μαλαματάρη, Αφηγηματικές τεχνικές στον Παπα­διαμάντη: Αθήνα, Κέδρος 1987, 176-177).

Όταν ο Μη­νάς σχεδιάζει να καταλάβει βίαια την εξουσία στο πειρατικό πλοίο που δού­λευε, αφού το πλοίο αυτό πουλιέται από τους Φράγκους σε άλλον ιδιοκτήτη, η Στυλιανή του ζητά να της εκμυστηρευτεί τα σχέδια του. Εκείνος την εμπι­στεύεται, παρόλο που τη γνωρίζει ελάχιστα και επιδιώκει τη συμπαράσταση της. Στο μεταξύ τους διάλογο, που εκτείνεται σε τρεις σελίδες (112-114) διακρίνου­με το θάρρος, την αποφασιστικότητα, την ειλικρίνεια, την περηφάνια και το αμοιβαίο ενδιαφέρον, που χαρακτηρίζουν τους δυο νέους. Οι αρετές του Μηνά γίνονται επίσης φανερές και από τις απαντήσεις του στον παπά, που τον κατη­γορεί, επειδή σκότωσε κάποιον στο πλοίο (86-87). Ο νεαρός ήρωας κατορθώνει να εντυπωσιάσει τόσο το ναύαρχο Μπονέ, ώστε ο τελευταίος όχι μόνο να του χαρίσει τότε τη ζωή, αλλά και σε επόμενη συνάντηση τους, όταν ο Γάλλος αιχμαλωτίζεται από το Μηνά, του προτείνει να υπηρετήσει στο γαλλικό στρα­τό. Η αντιπρόταση του Μηνά να συμμαχήσει με τη Γαλλία, καθώς και οι οικο­νομικές απαιτήσεις του, για να ελευθερώσει το Γάλλο αιχμάλωτο του, φανερώ­νουν για άλλη μια φορά τις εξαιρετικές ικανότητες του ήρωα, την υπεροχή του απέναντι στους αντιπάλους του (168-174). Σε άλλο σημείο ο Μηνάς συνομιλεί με την Αρετή, φίλη της Στυλιανής, που την έχουν βιάσει νέγροι πολεμιστές, τους’ οποίους χρησιμοποιούσε ο γαλλικός στρατός κατά των πειρατών. Ο ήρωας είναι το μοναδικό πρόσωπο που κατορθώνει να παρηγορήσει την Αρετή για την ατυχία της (179-180). Αλλά και της Στυλιανής ο περήφανος και άρτιος χαρακτήρας προκύπτει για άλλη μια φορά από διάλογο της με το ναύαρχο Μπρυγκά, που την έχει αιχμαλωτίσει, για να αναγκάσει το Μηνά να παραδο­θεί. Η κοπέλα ατρόμητη δηλώνει στο Γάλλο πως θαυμάζει τον άντρα της, ενώ εκείνον τον περιφρονεί, που χρησιμοποιεί την ίδια και το μωρό της, από αδυναμία να αναμετρηθεί απευθείας με το Μηνά (207-208).

Πέρα από τους προσωπικούς διάλογους, που χρησιμοποιεί ο Μπαστιάς, για να επικεντρώσει το αναγνωστικό ενδιαφέρον στα αφηγηματικά πρόσωπα, στην ίδια κατεύθυνση συντείνουν και τα αφηγηματικά σχόλια του έργου. Το περιεχόμενο αυτών των σχολίων συνδέεται κυρίως με την προσωπικότητα των ηρώων, και ιδιαίτερα με αυτή του Μηνά. Καθώς μάλιστα οι αναφορές του αφηγητή στο Μηνά είναι εξαιρετικά επαινετικές, διαμορφώνουν θετικά την αναγνωστική στάση απέναντι στο νεαρό ήρωα (Iser 102), αφού η συνέπειά τους κα­θιστά τον αφηγητή εντελώς αξιόπιστο (Ο Booth διακρίνει τους αφηγητές σε αξιόπιστους και αναξιόπιστους, ανάλογα με το αν τους εμπιστεύονται ή όχι οι αναγνώστες.  Βλ. W.C. Booth, The Rhetoric of Fiction: Penguin Books, Second Edition 158-159). Ας σταθούμε, για παράδειγμα, στη φράση πάντα έβγαινε νικητής (200). Προκειμένου να αναδειχθεί το μέγεθος της ικανότητας και της γενναιότητας του ήρωα, ο αφηγητής σημειώνει κάπου αλλού: Τρία βασίλεια μ’ άλλα λόγια κινήσανε, για να ξολοθρέψουνε τούτο τον άντρα, που τον είχανε φοβηθεί κι οι στεριές κι οι θάλασσες (202-203). Στο τέλος του έργου ο αφηγητής βεβαιώνει πως ο Μηνάς ασκήτεψε με την ίδια επιτυ­χία που είχε και ως πειρατής: Χρόνια είχε κουμαντάρει την ψυχούλα του, καθώς άλλους καιρούς με το δοιάκι και τ’ άρματα στο χέρι, ατρόμητος έσκιζε τις θάλασσες, κυβερνώντας και τα πλεούμενα και τα τσούρμα του (239).

Η θετική αναγνωστική στάση προς το Μηνά οφείλεται επίσης στο θαυμα­σμό και στην εκτίμηση που αισθάνονται για τον ήρωα τα υπόλοιπα αφηγημα­τικά πρόσωπα. Ο πατέρας του Μηνά εμφανίζεται περήφανος για το γενναίο τρόπο που αντιμετώπισε ο γιος του τον πειρατή Κατραμάτο, ενώ παράλληλα έχει τη βεβαιότητα πως θα κατορθώσει να φέρει πίσω τις αδερφές του, παρά το νεαρό της ηλικίας του και την αγριότητα του αντιπάλου (14-16, 24). Την ίδια εμπιστοσύνη αισθάνεται για το Μηνά και ο καπετάνιος του, ο πειρατής Γιορντασής. Συγκεκριμένα, όταν ο τελευταίος μετανιώνει, επειδή υποσχέθηκε στο πλήρωμα του να εμφανίσει γυμνές μπροστά τους τη Στυλιανή και τις δυο αδερ­φές της, που είναι αιχμάλωτες του, εκλιπαρεί μυστικά το Μηνά να αποτρέψει αυτό το γεγονός, αφού δεν τολμά ο ίδιος ο Γιορντασής να αναιρέσει την υπό­σχεση του. Ο Μηνάς πράγματι κατορθώνει να μεταπείσει τους συντρόφους του, οι οποίοι μάλιστα τον επευφημούν για τη στάση του (42-44, 47). Αλλά και όλοι οι κάτοικοι της Απάνω Μεριάς στη Μήλο εναποθέτουν τις ελπίδες τους στο Μηνά, για να απαλλαγούν από τους επιδρομείς, που καταστρέφουν την κοινότητα τους (181-182). Είναι αξιοσημείωτο πως και οι εχθροί του Μηνά τον θαυμάζουν για τον ηρωισμό του και για την ορθή κρίση του (174-175).

Η συμπάθεια του αναγνώστη για τον ήρωα καλλιεργείται επίσης με τις αφηγηματικές αναφορές στον εσωτερικό του κόσμο. Καθώς παρακολουθούμε τις ενδόμυχες σκέψεις και τον κρυφό φόβο, που προξενούν στο Μηνά τα ορια­κά περιστατικά που βιώνει, δεν τον αντιμετωπίζουμε κριτικά, αντίθετα ταυτι­ζόμαστε μαζί του ( Ό. π. 278-281). Η απορία του ήρωα για τη γυναικεία ψυχοσύνθεση (72-74), οι προβληματισμοί του για την αξία της ανθρώπινης ζωής, με αφορμή τον αδιά­φορο τρόπο που την αντιμετωπίζουν οι πειρατές (51) και ο αναλογισμός των ευθυνών και των υποχρεώσεων που τον βαρύνουν, όταν αναλαμβάνει τη δια­κυβέρνηση του πλοίου (130-131) είναι μερικά από τα θέματα που στέκεται ο αφηγηματικός λόγος. Επίσης ο αναγνώστης εμπλέκεται στην ψυχική αναζή­τηση του Μηνά, που τον οδηγεί σε βαθιά θρησκευτική πίστη (198, 209, 228).

Όταν μάλιστα η ίδια η φύση εμφανίζεται να συμμετέχει στην προσωπική ζωή του Μηνά, ενισχύεται ακόμη περισσότερο η αναγνωστική εμπλοκή στον αφηγηματικό κόσμο. Η χαρά του νεαρού ήρωα, που ο πειρατής Γιορντασής ανταποκρίθηκε στην παράκληση του και τον δέχτηκε στο πλήρωμα του, φανε­ρώνεται, καθώς η λάμψη του νεανικού προσώπου σαν να μετατρέπει το νυχτε­ρινό τοπίο σε καταμεσήμερο (23). Επίσης η νύχτα εμφανίζεται ως το μοναδικό μέσο επικοινωνίας και ουσιαστικής ψυχικής επαφής ανάμεσα στο Μηνά και στη Στυλιανή κατά το διάστημα εκείνο που ο ήρωας δεν μπορούσε να συνα­ντηθεί με τη γυναίκα του, επειδή τον καταζητούσαν: – Πόσες νύχτες -τ’ αποκρίθηκε η Στυλιανή- ξαγρύπνησα σε τούτο το παράθυρο, αγναντεύοντας το πέλαγο και κοιτώντας τ’ άστρα. Πόσα μηνύματα δεν σού “στείλαμε τ’ άστρα, πόσα φιλιά και χάδια δεν παρακάλεσα το φεγγάρι να σου φέρει, σ’ όποια κι αν αρμένιζες θάλασσα, σ’ όποια κι αν περπατούσες στεριά. – Και δεν κουφέψανε στα παρακάλια σου. Γιατί κι εγώ τα ίδια αστέρια κουβέντιασα. Τις ίδιες νύχτες αγρύπνησα, τα ίδια λόγια είπα. Μηνύματα σού ‘στελνα κι εγώ (183).

Άλλο αφηγηματικό στοιχείο, που ευθύνεται επίσης για την εμπλοκή του αναγνώστη, είναι η δημιουργία προσδοκιών γύρω από την εξέλιξη της υπόθε­σης. Οι προσδοκίες μας στο συγκεκριμένο έργο άλλοτε εκπληρώνονται, οπότε μας παρέχεται μια αίσθηση ασφάλειας και ικανοποίησης, και άλλοτε ματαιώ­νονται, με αποτέλεσμα να αυξάνεται κατακόρυφα το αναγνωστικό ενδιαφέ­ρον ( Βλ. σχετικά Μ. Riffaterre, Describing Poetic Structures. Two Approaches to Baudelaire’s «Les chats»: Reader-Response Criticism. Επιμ. J.P. Tompkins: Baltimore-London, The John Hopkins University Press 1988s, 38-39. Επίσης, Αντώνης Κάλφας, Ο μαθητής ως αναγνώστης. Λογοτεχνική θεωρία και διδακτική πράξη: Θεσσαλονίκη, Τα τραμάκια 1993, 40).

Όταν ο Μηνάς τρομάζει, που τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ ευνοϊκά για τον ίδιο στην αναμέτρηση του με 22 πολεμικά πλοία, ο αναγνώστης μοιρά­ζεται τους φόβους του για το μέλλον. Δυστυχώς οι φόβοι αυτοί επιβεβαιώνο­νται, καθώς η Στυλιανή και το μωρό του Μηνά σκοτώνονται, ενώ γαλλικό πλοίο τους μετέφερε αιχμάλωτους στην Κωνσταντινούπολη (205). Αντίθετα οι υποψίες του ήρωα πως η συμπάθεια του για τη Στυλιανή μπορεί να αποβεί κα­ταστροφική για εκείνον -υποψίες που στηρίζονται σε πληροφορίες, που του δί­νει η Μαρίνα για τον κακό χαρακτήρα της αδερφής της, επειδή πληγώνεται για την προτίμηση του Μηνά στην τελευταία- αποδεικνύονται αβάσιμες (127-128).

Εκτός από τα παραπάνω, η αφηγηματική δεξιοτεχνία του Μπαστιά φανερώνεται επίσης από το ότι ο συγγραφέας παρέχει στον αναγνώστη του την πλέον κατάλληλη οπτική σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Όταν δηλαδή πα­ρουσιάζονται οι πιο κρίσιμες και καθοριστικές σκηνές για την τύχη των αφηγηματικών προσώπων, η αναγνωστική οπτική συμπίπτει με τη δική τους, με αποτέλεσμα την κορύφωση της αγωνίας μας  (Iser 116, Booth 255) . Άλλοτε όμως ο αναγνώστης απο­κτά μια συνολική θεώρηση της κατάστασης και μια αίσθηση υπεροχής απέναντι στους ήρωες, επειδή γνωρίζει περισσότερα στοιχεία από εκείνους και
μπορεί να συσχετίζει τις διαφορετικές μεμονωμένες οπτικές τους (Iser 43 και 75). Συχνότατα τότε στο κείμενο παρατίθενται διάφορα ερωτήματα, που απασχολούν τα αφη­γηματικά πρόσωπα, ερωτήματα που ο βασικός στόχος τους είναι η δραστηριοποίηση του αναγνώστη, για να απαντήσει σ’ αυτά, οπότε αυξάνεται συνεχώς η εμπλοκή του.

Στις περιπτώσεις που η αναγνωστική οπτική ταυτίζεται με την οπτική των ηρώων, συγκαταλέγεται το σημείο που αναφέρεται στην τύχη του πειρατι­κού πλοίου του Γιορντασή και του πληρώματος του, αφού το κατέλαβαν οι Γάλλοι και εκτέλεσαν τον κάτοχο του. Οι ήρωες, που δεν γνωρίζουν σε ποιον ανήκει πλέον το πλοίο, ούτε για πού ταξιδεύει, αγωνιούν για τη ζωή τους, όπως άλλωστε αγωνιά και ο αναγνώστης, που δεν έχει επιπλέον πληροφορίες (106). Πιο κάτω παρακολουθούμε το Μηνά να επιχειρεί να σκοτώσει τον καινούργιο καπετάνιο και ένα σύντροφο του, επειδή τους θεωρεί επικίνδυνους. Συνεπώς ανησυχούμε για το αποτέλεσμα της απόπειρας του νεαρού, αφού ο αφηγητής δεν μας παρέχει καμιά διαβεβαίωση για την επιτυχία της (115-118). Σε άλλο σημείο μοιραζόμαστε την αγωνία της Στυλιανής. Η ηρωίδα παρακολουθεί το καράβι του Μηνά να πλησιάζει προς τη Μήλο, όπου βρίσκεται εκείνη. Όταν όμως εμφανίζονται στον κόλπο γαλλικά πλοία, το πειρατικό απομακρύνεται και η Στυλιανή αγνοεί αν το χτύπησαν τα πολεμικά (150-152).

Αντίθετα με τα παραπάνω, ο αναγνώστης είναι πληροφορημένος για τον ερωτικό δεσμό της Μαρίας με το Γιορντασή, όσο η κοπέλα βρίσκεται αιχμά­λωτη στο πλοίο του, χάρη στην αποκάλυψη αυτής της σχέσης από το Φανου-ράκη στο Μηνά. Έτσι, όταν ο Μηνάς εξοργίζεται με τη Μαρίνα, επειδή το κορί­τσι του κρύβει πού βρίσκεται η αδερφή της, δικαιολογούμε τη στάση του, σε αντίθεση με εκείνη που απορεί, καθώς δεν υποπτεύεται πως ο νέος ξέρει την αλήθεια (66, 68-70). Όσο για τα ερωτηματικά των αφηγηματικών προσώπων που αναφέρονται στο κείμενο, σε σχέση με στοιχεία που συνήθως γνωρίζει ο αναγνώστης, ας σταθούμε ενδεικτικά σε κάποια, που απασχολούν το Μηνά: Γιατί όμως έλειπε η Μαρία; Να την έδιωξε τάχα ο καπετάνιος; (€1). Καλά η Μαρία, καλά η Στυλιανή, μα η Μαρίνα; Αυτή που τού ‘χε δειχτεί τόσο καλή, τόσο γλυκιά, τόσο πονετική; (62).

Χάρη στη λογοτεχνική δεξιοτεχνία και στην ποιότητα του στοχασμού του Μπαστιά επιτυγχάνεται η αναγνωστική εμπλοκή, με κυριότερο αποτέλεσμα την αφύπνιση των υπαρξιακών προβληματισμών και αναζητήσεων του ανα­γνώστη κάθε εποχής.

 

Βλέπε στο

https://opac.librarykomotini.gr/cgi-bin/koha/opac-detail.pl?biblionumber=10990

την παρουσίαση του βιβλίου Ο Μηνάς ο Ρέμπελος στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Κομοτηνής, όπου παρατίθεται απόσπασμα του παραπάνω άρθρου μου.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Universität Hamburg – Institut  für Griechische und Lateinische Philologie – Biblio-Uellner

Στη βιβλιογραφία αυτή περιλαμβάνονται τα άρθρα:

-Οι θεωρίες της Ανταπόκρισης και οι «Μεγάλες Λύπες» του Τέλλου Άγρα. Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, τ. 10, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1995, σσ. 58-60.

-Η διαχρονική διάσταση των ιστορικών προσώπων στο «ΝΟΥΜΕΡΟ 31328» και στη «ΓΑΛΗΝΗ» του Ηλία Βενέζη. Άρθρο δημοσιευμένο στο ιστορικό φιλολογικό περιοδικό ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, τ. ΛΔ΄, 1992, σσ. 178-185.

-Οι Έλληνες και οι Τούρκοι στο έργο του Ηλία Βενέζη. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Νέα Εστία, έτος ΟΑ΄, τόμος 141, τεύχος 1677, 15 Μαϊου 1997, σσ. 771-775.

-Μια οικολογική προσέγγιση στο έργο του Ηλία Βενέζη. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, τχ. 12, 1997, σσ. 84-95.

-Νεότητα και ειρωνεία στην ποίηση του Καβάφη. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Τετράμηνα, τχ. 59-61, Χειμώνας ’97-98, σσ. 4510-4520.

-Η υποδηλωτική φύση της ποίησης στις «Σάτιρες» του Καρυωτάκη. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τετράμηνα, τχ. 51-52, Άνοιξη 1994, σσ. 3805-3810.

-«Ο Μηνάς ο Ρέμπελος» του Κωστή Μπαστιά. Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Συριανά γράμματα, τχ. 39, Ιούλιος 1997, σσ. 131-137.

-Η λογοτεχνική πορεία της Ρίτας Μπούμη-Παπά. Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Συριανά γράμματα, τχ. 43, Ιούλιος 1998, σσ. 126-146.

-Η πολυδιάστατη σχέση έρωτα-φύσης στα έργα του Μυριβήλη «Η Παναγιά η Γοργόνα» και «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Τετράμηνα, τχ. 62-64, Φθινόπωρο 2000, σσ. 4782 – 4788.

«Ο Μηνάς ο Ρέμπελος» του Κωστή Μπαστιά (Άρθρο στο περιοδικό ΣΥΡΙΑΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ)
Κύλιση προς τα επάνω