Ταξίδια στον Ωκεανό της Φαντασίας με…μύθους και παραμύθια (Βιβλίο, έκδ. Πνευματικού Κέντρου Ασπροπύργου, 2005) και 1 ακόμη σχετικό άρθρο

Ταξίδια στον Ωκεανό της Φαντασίας με…μύθους και παραμύθια, εκδ. Πνευματικό Κέντρο Ασπροπύργου, 2005.

ISBN:  960 – 88684 – 0 – 8

 

 

Το βιβλίο έχει προλογίσει ο Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Ηρακλής Εμμ. Καλλέργης.

 

Για την έκδοση ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΜΕ… ΜΥΘΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ απονεμήθηκε στην Ελένη Ηλία το Βραβείο Δεμερτζή στον Έλληνα Δάσκαλο, του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (Κ.Ε.Π.Β.), του 2007.

Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα από την τελετή βράβευσης, που έχει δημοσιευτεί στο Δελτίο του Κ.Ε.Π.Β. του 2008, σσ. 19-20:

“Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε ομόφωνα να απονείμει το βραβείο Κ. Π. Δεμερτζή στον Έλληνα Δάσκαλο στη νηπιαγωγό κ. Ελένη Ηλία. Η κ. Ηλία είναι πτυχιούχος του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών του Πανεπιστημίου Πατρών, Διδάκτωρ Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 2000 εργάζεται ως νηπιαγωγός στο 4ο Νηπιαγωγείο Ασπροπύργου. Με τη δράση της και το έργο της όλα αυτά τα χρόνια έχει συμβάλει καθοριστικά στην καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας και στην ανάδειξη της Ελληνικής Παιδικής Λογοτεχνίας. Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Ηρακλής Καλλέργης αναφέρει για την κ. Ηλία: “… σπάνια τα προσόντα της: υψηλού βαθμού ευφυία, συνδυαστική φαντασία, ισχυρή θέληση και επιμονή στην επίτευξη μακροπρόθεσμων στόχων, ικανότητα διάκρισης του ουσιώδους και του επουσιώδους, άριστη γνώση της σχετικής με τη νεοελληνική και την παιδική λογοτεχνία βιβλιογραφίας”. Είναι σημαντικό ότι η κ. Ηλία παράλληλα με την επιστημονική της δράση, το ερευνητικό και το ακαδημαϊκό της έργο και βέβαια παράλληλα με την εθελοντική της δράση σε σωματεία όπως η Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, της οποίας είναι Γενική Γραμματέας, δεν παραλείπει να ταξιδεύει τους μαθητές της στους ωκεανούς της φαντασίας. Μέσα από εμψυχωτικές, εκπαιδευτικές δραστηριότητες παιγνιώδους χαρακτήρα, τις οποίες σχεδιάζει και εφαρμόζει και στις οποίες περιέχονται αναγνώσεις, θεατρικές δράσεις, παραγωγή και αξιοποίηση λόγου, έκφραση, αυτενέργεια, οι μαθητές συνειδητοποιούν τη δημιουργικότητα της λογοτεχνικής ανάγνωσης και αναπτύσσουν τη δημιουργική τους σκέψη. Απόρροια των δραστηριοτήτων της αυτών τα βιβλία Ταξίδια στον Ωκεανό της Φαντασίας με… μύθους και παραμύθια (Μάιος 2005-Δήμος Ασπροπύργου), Παιχνίδια με τον Μικρό Πρίγκιπα τού Εξυπερύ (2006-Δήμος Ασπροπύργου), με τα οποία κάνει κοινωνούς των διδακτικών της δράσεων όλους τους συναδέλφους της και τους  βοηθά να αναπτύξουν παρόμοιες δράσεις. Της ευχόμαστε να είναι πάντα υγιής και δημιουργική. Κυρία Ηλία, συγχαρητήρια! 

(Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Πρόεδρος Κ.Ε.Π.Β.)

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 

Το άρθρο που ακολουθεί, με τίτλο ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ “ΩΚΕΑΝΟ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ”, παρουσιάζει το περιεχόμενο της έκδοσης του Πνευματικού Κέντρου Ασπροπύργου, για την παιδαγωγική παρέμβασή μου, στο πλαίσιο της οποίας τα νήπια αναδιηγήθηκαν τα πιο γνωστά  παραμύθια και μύθους.

Ελένη Α. Ηλία, 

Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τχ. 41,  Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2004, σσ. 28-32.

«Και της γιαγιάς η Κοκκινοσκουφίτσα ήταν όμορφη! Μονάχα… αυτό, μονάχα που ήταν… αλλιώτικη». Το απόσπασμα που προέρχεται από το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη «Αιολική Γη» (εκδ. Εστία, σ. 70), αναφέρεται στον ενθουσιασμό των μικρών ηρώων οι οποίοι ακούν το παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας άλλοτε από τη γιαγιά και άλλοτε από τον παππού τους, καθώς στις αφηγήσεις των δύο γερόντων διαφοροποιούνται πλήρως η αφηγηματική πλοκή, ο τόπος δράσης αλλά και τα χαρακτηριστικά των προσώπων του παραμυθιού.[i] Αντίστοιχα, στο κείμενο που ακολουθεί, περιλαμβάνονται μερικά από τα πιο δημοφιλή κλασικά παραμύθια και μύθοι, όπως τα έχουν αναπλάσει οι μαθητές που φοίτησαν κατά το έτος 2002-2003 στο 4ο Νηπιαγωγείο Ασπροπύργου.

Οι αφηγήσεις τους εκτυλίχθηκαν στο πλαίσιο μιας νέας εμψυχωτικής εκπαιδευτικής δραστηριότητας που πραγματοποιήσαμε, προκειμένου το σύνολο της τάξης να ενθαρρυνθεί να εκφράσει τις αναγνωστικές εντυπώσεις, προσδοκίες κι επιθυμίες του.[ii] Κατά τη δραστηριότητα αυτή τοποθετούμε σε κεντρικό σημείο της σχολικής αίθουσας πολλά, διαφορετικά, πολύχρωμα υφάσματα. Στο συγκεκριμένο χώρο, τον οποίο αποκαλούμε «ωκεανό της Φαντασίας», κάθε παιδί κάνει διαδοχικά τη βουτιά του, ώστε ν’ αναφερθεί από εκεί στην προσωπική του εκδοχή για ένα δεδομένο παραμύθι. Θα ήταν σκόπιμο να σημειώσω ότι οι παιδικές ιστορίες προέκυψαν ως απαντήσεις σε γενικές ή ειδικότερες, διευκρινιστικές ερωτήσεις που απευθύναμε με αφορμή προηγούμενες αποκρίσεις. Σε περιπτώσεις που διατύπωναν ασαφή νοήματα, επιμέναμε ώσπου να αποσαφηνίσουν πλήρως τις σκέψεις τους. Όταν εντοπίζαμε αντιφάσεις, τις επισημαίναμε προκειμένου να αποφασίσουν τι τελικά θα επιλέξουν και τι θα απορρίψουν. Επιπλέον, σχετικά με τις αδόκιμες εκφράσεις τους, προτείναμε εναλλακτικούς τρόπους διατύπωσης του συγκεκριμένου νοήματος, για να καταλήξουν τα ίδια στον προσφορότερο. Από την πρώτη στιγμή μας εντυπωσίασε η υπευθυνότητα με την οποία αντιμετώπισαν αυτή τη δραστηριότητα. Τα ενδιέφερε να αποδοθούν με απόλυτη ακρίβεια οι όποιες σκέψεις τους. Πιθανόν αυτό να οφειλόταν στο γεγονός ότι καταγράφονταν οι απαντήσεις τους και στη συνέχεια διαβάζονταν χωρίς την παραμικρή απόκλιση. Ίσως ακόμη να οφειλόταν στην προοπτική της δημοσίευσής τους, την οποία είχαμε γνωστοποιήσει. Από την παραπάνω εμπειρία συμπερασματικά θα τόνιζα τον καθοριστικό ρόλο του δασκάλου στην επιτυχία σχετικών εγχειρημάτων. Με τη στάση του μπορεί να εμπνεύσει τα παιδιά και να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, ώστε αβίαστα και ειλικρινά να αποκαλύψουν τον εσωτερικό τους κόσμο.[iii]

Η συμπαράθεση των δύο αφηγήσεων της Κοκκινοσκουφίτσας στην «Αιολική Γη» αναδεικνύει με πρωτοτυπία και αποτελεσματικότητα την αντίθεση ανάμεσα στις προσωπικότητες της γιαγιάς και του παππού. Ομοίως, η έκφραση του εσωτερικού κόσμου των μικρών μαθητών μας κατά των ανταπόκρισή τους στα διάφορα παραμύθια και μύθους[iv] συμβάλλει στην ουσιαστική γνωριμία τους και κατά συνέπεια στη βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των μελών της σχολικής τάξης.

Οι παιδικές αφηγήσεις που παρατίθενται εδώ, συμπεριλήφθηκαν στη μαθητική θεατρική παράσταση με τον τίτλο «Ταξίδια στον Ωκεανό της Φαντασίας με… μύθους και παραμύθια», που πραγματοποιήθηκε κατά τη λήξη της σχολικής χρονιάς. Καθώς τα παιδιά υποδύθηκαν εκεί τους ίδιους τους ήρωες των μύθων και των παραμυθιών, τα κείμενά τους είχαν μεταφερθεί στο α’ ενικό πρόσωπο, αποδόθηκαν δε είτε με μορφή μονολόγου είτε διαλογικά.

Στο σημείο αυτό ας ξεκινήσουμε με ορισμένες από τις αφηγήσεις που αναφέρονται στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία. Στο μύθο του Δαίδαλου και του Ίκαρου[v] η μικρή Μαρία Λ. διαφοροποίησε το τραγικό του τέλος, εμφανίζοντας τον πρώτο να προβλέπει και να προλαμβάνει τις πιθανές δυσάρεστες συνέπειες του νεανικού ενθουσιασμού και της επιπολαιότητας του γιου του:  Ο Δαίδαλος έφτιαξε τέσσερις φτερούγες με πούπουλα πουλιών που μάζεψε ο γιος του ο Ίκαρος. Τις φόρεσαν και πέταξαν ως την Αθήνα. Ο Δαίδαλος είχε μεγάλη αγωνία γι’ αυτό το ταξίδι, γιατί στις πρόβες ο Ίκαρος τον παράκουγε. Έτσι πετούσαν μόνο τη νύχτα, που ο ήλιος κοιμόταν και δεν έλιωσαν οι φτερούγες τους. Τώρα πια που έφτασαν σπίτι τους, δεν θα ξαναπετάξουν μέχρι ο Ίκαρος να μεγαλώσει. Τότε θα προσέχει περισσότερο.

Όσο για το επεισόδιο της Οδύσσειας που διαδραματίζεται στη χώρα των Κυκλώπων, ο πεντάχρονος Ενιάρντο προτίμησε να αντικαταστήσει τις βίαιες σκηνές του με άλλες ηπιότερες και επέλεξε τελικά τη συμφιλίωση και την αρμονική συγκατοίκηση του Οδυσσέα με τον Πολύφημο:  Ο Οδυσσέας ήρθε στο νησί μου και ήθελε να κλέψει τα πρόβατά μου. Τον κυνήγησα μέχρι τη θάλασσα. Μπήκε στο καράβι του κι εγώ του πέταξα μια πέτρα. Δεν τον χτύπησα όμως. Τότε κολύμπησα και τον πρόφτασα. Έσπασα το καράβι του με τις γροθιές μου κι έσωσα τον Οδυσσέα. Όταν έφτασα σπίτι μου, ο πατέρας μου ο Ποσειδώνας μου έφερε στεγνά ρούχα να αλλάξω. Μετά που ξεθύμωσα, πήγα τον Οδυσσέα στην Ιθάκη με το δικό μου καράβι. Έγινε τρικυμία και βραχήκαμε και οι δύο. Στο ταξίδι γίναμε φίλοι και θα μείνουμε μαζί στο νησί του για πάντα.

Συνεχίζουμε με το μύθο του Λα Φονταίν «Η αλεπού που έχασε την ουρά της», όπου τα νήπια Βαγγέλης και Σταύρος,[vi] ανατρέποντας το διδακτικό στόχο του,[vii] αν και έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στη δυσαρέσκεια που προκάλεσε στην αλεπού το ατύχημά της, επειδή ακριβώς την διαφοροποιούσε από τις άλλες αλεπούδες, ωστόσο την θεώρησαν ωφελημένη από αυτό. Τα δύο αγόρια επεσήμαναν επίσης ότι η ωφέλεια της κολοβής αλεπούς αναγνωρίσθηκε τελικά έμπρακτα από τις υπόλοιπες, οι οποίες αποφάσισαν να μιμηθούν την πρωτοποριακή εμφάνισή της:  Η αλεπού κρυβόταν, γιατί ντρεπόταν που έγινε κολοβή. Ο λύκος πήγε στο σπίτι της και της είπε να μην στενοχωριέται. Δεν του άρεσε η ουρά της όταν ήταν μακριά, επειδή λερωνόταν με σκόνη, λάσπες και ξερά χορτάρια. Όταν η αλεπού άρχισε να ξαναβγαίνει, κατάλαβε ότι ο λύκος είχε δίκιο. Το κατάλαβαν και οι άλλες αλεπούδες και έτσι έκοψαν τις ουρές τους, για να είναι όμορφες.

Για το μύθο του Σαμανιέχο «Το λιοντάρι και το ποντίκι» η Μαρία Μ. ανέφερε πως αφού το ποντικάκι ανταπέδωσε στο λιοντάρι προηγούμενη ευεργεσία του, η φιλική τους σχέση εξελίχθηκε σε συγγενικό δεσμό. Αρχικά το λιοντάρι περνούσε κάθε πρωί από το σπίτι του ποντικιού, για να το συνοδεύσει στο σχολείο του. Έτσι γνώρισε τη μαμά του που ήταν χωρισμένη. Άρεσαν ο ένας στον άλλο και αποφάσισαν να παντρευτούν.

Ένας ακόμη μύθος του Σαμανιέχο που παρουσιάστηκε στα παιδιά ήταν «Ο Ποντικός της εξοχής και ο Ποντικός της πόλης». Αναπλάθοντάς τον ο Γιώργος αφηγήθηκε ότι ένας Ποντικός που ζούσε στην εξοχή, έλαβε μια πρόσκληση από τον ξάδερφό του ο οποίος ήταν κάτοικος της πόλης, για να γιορτάσουν μαζί τα γενέθλιά του. Πήγε στην πόλη, όπου έβρισκαν πολύ ωραίες τούρτες, αλλά δεν προλάβαιναν να τις φάνε, γιατί τους κυνηγούσαν συνέχεια οι γάτες. Έτσι τα δύο ξαδέρφια εγκατέλειψαν την πόλη και εγκαταστάθηκαν στο χωριό, όπου θα μείνουν για πάντα, επειδή τους αρέσει περισσότερο.

Ακολουθούν πέντε κλασικά ή νεότερα παραμύθια που επίσης έχουν αναπλάσει τα νήπια, βουτώντας στον «ωκεανό της φαντασίας». Για τον δημοφιλή παιδικό ήρωα του Τζ. Μ. Μπάρι, Πήτερ-Παν, παρουσιάζουμε την αφηγηματική εκδοχή του Γιάννη και της Μαρίας Μυλ.:  Ο Πήτερ Παν πετάει συχνά για τις ανάγκες της δουλειάς του, που είναι να κυνηγάει πειρατές. Έχει παλέψει με τον κάπταιν Χουκ και τον έριξε στους κροκόδειλους, για να ελευθερώσει όλα τα χαμένα παιδιά που ο πειρατής κρατούσε φυλακισμένα στο καράβι του. ‘Ύστερα ο Πήτερ Παν ξεκίνησε ένα ταξίδι στη χώρα του Ποτέ μαζί με τη Γουέντι και τ’ αδερφάκια της. Αυτοί πετούσαν με το αεροπλάνο κι ο ήρωας πετούσε δίπλα στο παράθυρό τους. Όμως δεν έφτασαν ποτέ σ’ αυτή τη χώρα, γιατί δεν υπάρχει. Τα παιδιά γύρισαν σπίτι τους στο Λονδίνο κι ο Πήτερ Παν έφυγε για τον τόπο του, που είναι ο Βόρειος Πόλος.

Στο παραμύθι του Άντερσεν «Το Ασχημόπαπο» κύριος ήρωας είναι ένα πανάσχημο πουλάκι, που εξαιτίας της εμφάνισής του, κανένας δεν το αντιμετωπίζει με αγάπη και τρυφερότητα. Η μαθήτρια Ξένια ωστόσο, αναπλάθοντας το γνωστό παραμύθι, φροντίζει να μετριάσει τη δυστυχία του μικρού κύκνου, που την αποδίδει στη συνειδητοποίηση της ασχήμιας του, εμφανίζοντας τον περίγυρό του εξαιρετικά φιλικό μαζί του. Αναλυτικότερα, το κοριτσάκι αναφέρεται στις αδιάκοπες προσπάθειες της μητέρας πάπιας και των θηλυκών παιδιών της, αφενός να κάνουν το ασχημόπαπο ομορφότερο με τις περιποιήσεις τους κι αφετέρου να το εμποδίσουν να αντιληφθεί τη δυσάρεστη αλήθεια για την εμφάνισή του. Όταν δε ο ήρωας εξελίσσεται σ’ έναν πανέμορφο κύκνο, είναι η ίδια του η μητέρα που τον πηγαίνει για πρώτη φορά στην κοντινή λίμνη, προκειμένου να καθρεφτιστεί, ώστε να γίνει ευτυχισμένος. Από τότε ο ήρωας επισκέπτεται συχνά τη συγκεκριμένη λίμνη, επειδή του αρέσει να κάνει παρέα με τους άλλους κύκνους που επίσης συχνάζουν εκεί.

Αντίστοιχα, στο παραμύθι των Γκριμ «Ο Κοντορεβιθούλης», η πεντάχρονη Αγάθη αποφεύγει να αποδώσει την περιπέτεια του μικρού ομώνυμου ήρωα και των αδερφών του στην επιλογή του πατέρα τους να τους εγκαταλείψει στο δάσος. Επιπλέον, ο τετράχρονος Βαγγέλης με την εκδοχή του για μεταστροφή της στάσης του γίγαντα, απαλλάσσει για πάντα τα παιδικά αφηγηματικά πρόσωπα του παραμυθιού από κάθε φόβο και κίνδυνο: Κάποτε ο Κοντορεβιθούλης έκανε ένα ταξίδι στην Αγγλία μαζί με τη μαμά και το μπαμπά του. Όταν επέστρεψαν, βρήκαν την πόρτα της καλύβας τους σπασμένη και τ’ αδερφάκια του δεν ήταν εκεί. Ο Κοντορεβιθούλης κατάλαβε ότι θα τα είχε πάρει ο γίγαντας. Δεν τον είχε συναντήσει ποτέ, αλλά είχε δει τις πατημασιές του κι έτσι ήξερε ότι υπάρχει. Πήγε στο σπίτι του γίγαντα και ζήτησε από τη γυναίκα του να βοηθήσει. Εκείνη έβγαλε τα παιδάκια έξω χωρίς να την καταλάβει ο άντρας της. Τα έριξε σε μια σακούλα και είπε ότι πηγαίνει να πετάξει τα σκουπίδια. Τα παιδιά γύρισαν σπίτι τους κι από τότε ζουν ευτυχισμένα. Ο γίγαντας πήγε στον πατέρα τους και του έδωσε χρήματα, για να μπορέσει να ζήσει την οικογένειά του. Έγινε καλός με τον Κοντορεβιθούλη και τους δικούς του, επειδή του το ζήτησε η γυναίκα του.

Περνάμε στο παραμύθι της «Κοκκινοσκουφίτσας», με την αναφορά στο οποίο ξεκινήσαμε αυτό το άρθρο. Ο λύκος που παρουσίασαν τα νήπια Αγάθη, Μαρία Π. και Βαγγέλης, αναπλάθοντας την εκδοχή του Περό που τους αφηγηθήκαμε, δεν είναι ανθρωποφάγος.[viii] Προκειμένου όμως να επιβιώσει, να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής του ή ακόμη και να διασκεδάσει, γίνεται σε αρκετές περιπτώσεις ενοχλητικός για τη μικρή ηρωίδα και την οικογένειά της: Η Κοκκινοσκουφίτσα με τη μαμά και τη γιαγιά της βγήκαν στο δάσος για να μαζέψουν πεταλούδες. Όταν γύρισαν σπίτι, κάποιοι είχαν κλέψει όλα τους τα χρήματα. Είχαν πάει και στο σπίτι της γιαγιάς κι έκλεψαν. Ο μπαμπάς είπε ότι το έκανε ο λύκος. Μια μέρα που η Κοκκινοσκουφίτσα συνάντησε το λύκο, αυτός την κυνήγησε και την έριξε στη λίμνη. Όταν το κοριτσάκι γύρισε βρεγμένο στους γονείς του, ο μπαμπάς θύμωσε πολύ με το λύκο και πήγε να τον βρει. Ο λύκος ήταν στο σπίτι της γιαγιάς. Την είχε κλειδώσει στη ντουλάπα και κοιμόταν αυτός στο κρεβάτι της. Ο μπαμπάς της Κοκκινοσκουφίτσας άνοιξε την κοιλιά του λύκου κι έβαλε μέσα μια κοτρόνα. Είπε στην κόρη του ότι ο λύκος θα βουλιάξει  μες στη λίμνη όταν πάει για νερό. Η Κοκκινοσκουφίτσα όμως πιστεύει ότι ο λύκος είναι καλά. Δεν την έχει ενοχλήσει πάλι, γιατί στο δάσος άνοιξε ένα εστιατόριο για λύκους. Εκεί πηγαίνει και τρώει χωρίς να πληρώνει κι έτσι δεν χρειάζεται να κλέβει πια.

Ολοκληρώνουμε με το πρόσφατο παραμύθι του Geoffroy de Pennart,  «Ο Καλόκαρδος Λύκος» (εκδ. Παπαδόπουλος). Σε αυτό κυριαρχούν οι διακειμενικές αναφορές στα κλασικά παραμύθια «Τα εφτά κατσικάκια», «Η Κοκκινοσκουφίτσα», «Τα τρία γουρουνάκια», «Ο Πέτρος και ο Λύκος», και «Ο Κοντορεβιθούλης», τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με το Λύκο, το κύριο αφηγηματικό πρόσωπο αυτού του βιβλίου, που δυσκολεύεται να επιβιώσει, επειδή είναι συναισθηματικός και δεν τρώει τους αγαπημένους μας ήρωες. Τελικά ο Λύκος τρώει το γίγαντα που κρατούσε φυλακισμένο τον Κοντορεβιθούλη με τα αδερφάκια του, τα οποία και ελευθερώνονται. Στο κείμενο που ακολουθεί, οι μαθητές Γιάννης, Ξένια, Γιώργος και Σταύρος παρεμβαίνουν στον αρχικό μύθο μέσα από τον ωκεανό της Φαντασίας: Ένα μεσημέρι που ο Λύκος ήταν πολύ πεινασμένος, συνάντησε τη μαμά-κατσίκα με τα εφτά κατσικάκια της. Λυπήθηκε να τους φάει όλους κι έφαγε μόνο το πιο μικρό κατσικάκι, που ήταν και το πιο όμορφο. Σκεφτόταν πως οι γονείς του θα τον μάλωναν, αλλά δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, έπρεπε οπωσδήποτε να φάει κάτι. Μετά από μερικές μέρες που πεινούσε ξανά πάρα πολύ, έφαγε τα τρία γουρουνάκια. Φύλαξε όμως τις κιθάρες τους, για να πάει κάποτε στη Βρέμη, να σπουδάσει μουσική. Μια άλλη φορά που τριγυρνούσε πεινασμένος, συνάντησε τον Πέτρο, ένα μικρό αγόρι, που τον έψαχνε για να τον σκοτώσει. Το παιδί ήθελε να γλιτώσει τους ήρωες των παραμυθιών από το λύκο. Ο λύκος μόλις είδε το όπλο του Πέτρου, το έβαλε στα πόδια. Έφτασε σ’ ένα μεγάλο σπίτι και χτύπησε την πόρτα, για να τον κρύψουν. Άνοιξε ένας γίγαντας που τον έδιωξε. Ο λύκος θύμωσε πάρα πολύ. Έσπασε την πόρτα, νίκησε το γίγαντα και τον έφαγε. Ύστερα ελευθέρωσε ένα καναρίνι που ήταν στο κλουβί. Επειδή έφαγε ολόκληρο το γίγαντα, έγινε ο πιο μεγάλος λύκος του κόσμου κι όλοι οι άλλοι λύκοι τον θαύμαζαν. Όμως αυτός γύρισε πίσω στους γονείς του και τους είπε ότι δεν θα ξαναφύγει ποτέ. Δεν ήθελε να λυπάται για τα ζώα που έτρωγε και να κινδυνεύει από τους κυνηγούς.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[i] Συγκεκριμένα, η γιαγιά στην αφήγησή της δίνει έμφαση στην υποταγή των προσώπων του παραμυθιού στο πεπρωμένο. Ο δε παππούς μεταφέρει τη δράση τους στα Κιμιντένια, γεγονός από το οποίο απορρέει ο δεσμός του με τον τόπο του. Μέσα από τις διαφορετικές θεωρήσεις της Κοκκινοσκουφίτσας και του λύκου από τους δύο γέροντες προκύπτουν οι αντιθέσεις στην προσωπικότητα των τελευταίων. Περισσότερα γι’ αυτή την αξιοσημείωτη αφηγηματική πρωτοτυπία του Βενέζη βλ. στο βιβλίο μου «Ο αναγνώστης και η Λογοτεχνική Δημιουργία του Ηλία Βενέζη», εκδ. Αστήρ, 2000, σσ. 149-150.

[ii] Με δεδομένο ότι κατά την ανάγνωση κάθε λογοτεχνικού έργου αναδημιουργούμε το νόημά του, το προσαρμόζουμε στα προσωπικά μας ενδιαφέροντα και το γνωστικό μας υπόβαθρο, όπως ο Northop Frye επισημαίνει σε συνέντευξή του στο περιοδικό Language Arts, τ. 57, τχ. 2, Φεβρουάριος 1980, σσ. 199-206, η λογοτεχνική διδασκαλία θα πρέπει να επιτρέπει την ελεύθερη διαπραγμάτευση της υποκειμενικότητας του αναγνώστη (Nodelman P., The Pleasures of Children’s Literature, εκδ. Longman, Λονδίνο 1992, σσ. 138-139).

[iii] Αναφορικά με τη συμβολή του δασκάλου κατά τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, προτείνεται από τους Β. Αποστολίδου, Γ. Πασχαλίδη και Ε. Χοντολίδου να περιορίζεται στο συντονισμό της με ίσους όρους συνομιλίας του με τους μαθητές του (βλ. το άρθρο τους «Η Λογοτεχνία στην Εκπαίδευση: Προϋποθέσεις για ένα νέο πρόγραμμα διδασκαλίας» στο περιοδικό Σύγχρονα Θέματα, τ. 57, 1995, σσ. 78-89). Μεγάλο ενδιαφέρον για το ρόλο ειδικότερα του νηπιαγωγού στη δημιουργία αφηγηματικών και άλλων κειμένων από τα νήπια παρουσιάζει η σχετική έρευνα των Μarina Pascucci και Franca Rossi που έχει δημοσιευτεί με τον τίτλο «Όχι μόνο γραφέας» στο περιοδικό Γέφυρες, τχ. 6, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2002, σσ. 16-23.

[iv] Κατά τη λογοτεχνική ανάγνωση έχουμε την ευχέρεια να παρατηρούμε τον εαυτό μας ως δρων υποκείμενο (W. Iser, The Act of Reading. A Theory of Aesthetic Response, Baltimore and London, The Johns Hopkins University Press, 1991, σσ. 128, 134). Συνεπώς, η επαφή με τη λογοτεχνία προωθεί την αυτογνωσία.

[v] Οι μύθοι και τα παραμύθια στα οποία αναφερόμαστε εδώ παρουσιάστηκαν στα νήπια με τη μορφή εικονογραφημένων βιβλίων από τις σειρές Μύθοι και Θρύλοι και Κλασικά Παραμύθια των εκδόσεων Κέδρος.

[vi] Στις περιπτώσεις που σημειώνονται δύο ή περισσότερα ονόματα μαθητών, δεν πρόκειται για ιστορίες που δημιουργήθηκαν ομαδικά, αλλά για ατομικές ιστορίες τις οποίες συνέδεσα εκ των υστέρων μεταξύ τους, ώστε στη θεατρική παράσταση που προέκυψε από αυτές ν’ αντιπροσωπεύεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερος αριθμός νηπίων.

[vii] Θυμίζουμε ότι ο παιδευτικός χαρακτήρας των κλασικών μύθων συνίσταται στη διακωμώδηση της συμπεριφοράς διαφόρων ζώων που χρησιμοποιούνται ως σύμβολα ανθρώπινων τύπων. Ιδιαίτερα κατατοπιστική είναι η σχετική μελέτη του Μ.Γ. Μερακλή με τίτλο «Οι μύθοι του Αισώπου» στο τχ. 167 του περιοδικού Διαβάζω, 6-5-1987, σσ. 23-29.

[viii] Είναι  αξιοσημείωτο ότι  και οι υπόλοιποι μαθητές εμφάνισαν το λύκο να τρώει πρόβατα ή λαχανικά των χωρικών και όχι την Κοκκινοσκουφίτσα ή άλλον άνθρωπο. Γι’ αυτή τους την επιλογή δεν είχε δοθεί στην τάξη καμία αφορμή. Η κατά κάποιο τρόπο αμφισβήτηση της εικόνας του κακού λύκου από τα συγκεκριμένα νήπια αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον αν συσχετισθεί με το άρθρο της Αγγελικής Γιαννικοπούλου «Ποιος φοβάται το μεγάλο λύκο; Τα μικρά παιδιά απέναντι στο λογοτεχνικό του στερεότυπο» Διαδρομές, τχ. 5, Άνοιξη 2002, σσ. 9-16), απ το οποίο προκύπτει ότι το στερεότυπο του «κακού λύκου» είναι ιδιαίτερα ισχυρό και οι μικροί αναγνώστες δεν μπορούν αδικαιολόγητα να δεχθούν διαφοροποίησή του.

 

Ταξίδια στον Ωκεανό της Φαντασίας με…μύθους και παραμύθια (Βιβλίο, έκδ. Πνευματικού Κέντρου Ασπροπύργου, 2005) και 1 ακόμη σχετικό άρθρο
Κύλιση προς τα επάνω